-
1 Θανάτοιο
Θάνατοςdeath: masc gen sg (epic) -
2 θανάτοιο
θάνατοςdeath: masc gen sg (epic) -
3 τέλος
A coming to pass, performance, consummation,εἰ γὰρ ἐπ' ἀρῇσιν τ. ἡμετέρῃσι γένοιτο Od.17.496
;ἐν [θεοῖς] τ. ἐστὶν ὁμῶς ἀγαθῶν τε κακῶν τε Hes.Op. 669
; δίκη δ' ὑπὲρ ὕβριος ἴσχει ἐς τ. ἐξελθοῦσα issuing in fulfilment, execution, ib. 218;καθάπερ ἐκ δίκης κατὰ νόμον τ. ἐχούσης PEleph.1.12
(iv B.C.), cf. IG12(7).67.48 (Arcesine, iv/iii B.C.);καθήκει νῦν [τὰν γνώμαν] ἐπὶ τέλος ἀχθῆμεν SIG793.7
(Halasarna, i A.D.); ἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τ. Pi.O.13.105, cf. N.8.45, 10.29, D.18.193;ἢν θεὸς ἀγαθὸν τ. διδῷ αὐτῷ X.Cyr.3.2.29
;ἐν πείρᾳ τ. διαφαίνεται Pi.N.3.70
;ψευστήσεις, οὐδ' αὖτε τ. μύθῳ ἐπιθήσεις Il.19.107
, cf. Isoc.5.71, 6.77; result,τ. δ' οὔ πώ τι πέφανται Il.2.122
;εἵως κε τ. πολέμοιο κιχείω 3.291
;ἐν γὰρ χερσὶ τ. πολέμου 16.630
; ἶσον τείνειεν πολέμου τ. 20. 101, cf. Hes.Th. 638 (but ἢ πολέμοιο ἢ λοιμοῖο τ. ποτιδέγμενοι the coming to pass (outbreak) of.., A.R.4.1282); τί μὰν ἀφήσει τ.; S. OC 1468 (lyr.); τί ἔσται τὸ τ. τῶν γιγνομένων τούτων ἐμοί; Hdt.1.155, cf. Isoc.6.50; ἀποίητον.. θέμεν ἔργων τ. undo things done, Pi.O.2.17; ὁδοῦ τ. S.OC 1400; φόνου τ. A.R.1.834;τοῦ δ' ὔμμι τέλος κρηῆναι ἔοικεν Id.3.172
; τῷ τ. πίστιν φέρων the outcome, S.El. 735; Ζεὺς πάντων ἐφορᾷ τ. Sol.13.17;ἀκόλουθον τὸ τ. ἐξέβη τοῦ κινδύνου ταῖς ἐπιβολαῖς Plb.4.11.9
;ἀμφίδοξα τὰ τ. τῶν κινδύνων αὐτοῖς ἀπέβαινε Id.18.28.11
, cf. 18.32.12, 3.5.7;τ. τοιόνδε ἐγένετο τῆς μάχης Hdt. 9.22
, cf. Plb.1.61.2; μάχης.. κεκύρωται τ. A.Ch. 874; διὰ μάχης ἥξω τέλους, = διὰ μάχης ἥξω, Id.Supp. 475; ἐπ' ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τ. to seek to determine the issue of the battles in both directions, Pi.O.13.57; more generally, event,οὐ γὰρ ἔγωγέ τί φημι τ. χαριέστερον εἶναι ἢ ὅτε.. Od.9.5
: in concrete sense, result, product,τ. εὐπεψίας αἱματικῆς πιμελὴ καὶ στέαρ Arist.PA 672a4
, cf. GA 725b8.2 in contexts like Hes.Op. 669, Il.16.630 (v. supr.), τ. can be understood as power of deciding, supreme power, and so we haveτ. μὲν Ζεὺς ἔχει.. πάντων ὅσ' ἐστί Semon.1.1
;ἐν δ' ἐμοὶ τ. αὐτοῖν γένοιτο τῆσδε τῆς μάχης πέρι S.OC 423
; [Ἄπολλον].. ὅθεν πολεμόκραντον ἁγνὸν, τ. ἐν μάχᾳ A.Th. 162
(lyr.);τελέων τελειότατον κράτος, ὄλβιε Ζεῦ Id.Supp. 525
(lyr.);τ. ἔχει δαίμων βροτοῖς, τ. ὅπᾳ θέλει E.Or. 1545
(lyr.);τ. δ' ἐφ' ἡμῖν, εἴτε.. εἴτε.. Id.Hel. 887
; καὶ τοῖσ' (sc. ἰητροῖς) οὐδὲν ἔπεστι τ. they have no power or efficacy, Sol.13.58: and in the civil sphere, τ. ἔχειν, of persons, to have the power to ratify, IG12.57.25, Foed. ap. Th.4.118, Arist.Pol. 1322b13; ὅ τι ἂν δόξῃ τοῖς πλείοσι τοῦτ' εἶναι τ. the decision of the majority must be final, ib. 1317b6; κύριος ἔστω ἐπιβάλλειν κατὰ τὸ τ. shall have authority to inflict a fine up to the limit of his powers, Lexap.D.43.75;κατὰ τὸ τ. ζημιοῦσθαι Is.4.11
; τοῖς κατ' ἐμπορίαν παραγιγνομένοις μηδὲν ἔστω τ. πλὴν ἐπὶ κήρυκι ἢ γραμματεῖ Foed. ap. Plb.3.22.8; τ. ἔχειν, of things, to have decisive or final authority,σφῷν μὲν ἐντολὴ Διὸς ἔχει τ. δή A.Pr. 13
; ἡ.. τούτου αἰτίασις οὐκ ἔχει τ. has no validity, Antipho 5.89; πρὶν τ. τι αὐτῶν ἔχειν before any of the terms had validity, i.e. had been ratified, Th.5.41, cf. D.35.27; τοῦ ζῆν καὶ μὴ ζῆν τὸ τ. ἐστὶν ἐν τῷ ἀναπνεῖν the decisive difference between.., Arist.Resp. 480b19.3 magistracy, office,τ. δωδεκάμηνον Pi.N.11.9
( δυω- codd.); οἱ ἐν τ. men in office, magistrates, S.Aj. 1352, Ph. 385, Th.3.36; ἔξω τῶν βασιλέων καὶ τῶν μάλιστα ἐν τ. Id.1.10, cf. 6.88;οἱ ἐν τέλεϊ ἐόντες Hdt.3.18
, 9.106; poet.,οἱ ἐν τέλει βεβῶτες S.Ant.67
; οἱ τὰ τ. ἔχοντες Foed. ap. Th.5.47;ὂρ μέγιστον τ. ἔχοι Schwyzer409.3
(Elis, V B.C.);τοὺς.. τὸ ὁροφυλακικὸν τ. ἔχοντας SIG633.94
(Milet., ii B.C.); τὸ τ. the government, ; τὰ τ. the magistrates, Th. (with a masc. part. and pl. (v.l.) verb) 1.58, 4.15, X.An.2.6.4.4 decision, doom,Ζεὺς.. οἶδε, ὁπποτέρῳ θανάτοιο τ. πεπρωμένον ἐστί Il.3.309
;Κῆρες δὲ παρεστήκασι.., ἡ μὲν ἔχουσα τ. γήραος ἀργαλέου, ἡ δ' ἑτέρη θανάτοιο Mimn.2.6
; μήτηρ.. μέ φησι διχθαδίας Κῆρας φερέμεν θανάτοιο τέλος δέ (or τέλοσδε) Il.9.411, cf. 13.602; ἐξέφυγον θανάτου τ. Archil.6.3;τ. θανάτου ἀλεείνων Od.5.326
;τ. θανάτοιο κάλυψεν Il.5.553
;οὐδέ κέ μ' ὦκα τ. θανάτοιο κιχείη 9.416
, cf. 11.451;ἡμετέρου θανάτοιο κακὸν τ., οἷον ἐτύχθη Od.24.124
, cf. A.Th. 906 (lyr.):—judicial decision,ἀμμενῶ τ. δίκης Id.Eu. 243
; κύριον μένει τ. ib. 544 (lyr.); οὐκ ἔχουσα τῆς δίκης τ. not having authority to decide the case, ib. 729; ἦ κἀπ' ἐμοὶ τρέποιτ' ἂν αἰτίας τ.; will you submit the decision of this case to me? ib. 434;τὸ τ. κρίνειν Pl.Lg. 768b
; τ. ἐπιθέτω τῇ δίκῃ ib. 767a, cf. 761e, 957b; decision of an assembly, A. Supp. 603, 624; of a king, Id.Ag. 934; ἐξαιτράπης ἐὼν Ἰωνίης, τ. ἐποίησε τὴν γῆν εἶναι Μιλησίων prob. in SIG134b30 (Milet., iv B.C.); ὥς τοι ἐγὼ μύθου τ. ἐν φρεσὶ θείω the summing up or crux of the matter, Il.16.83.5 something done or ordered to be done, task, service, duty, γνῶ.. ὅ οἱ οὔ τι τ. κατὰ καίριον ἦλθεν on no fatal errand, Il.11.439 (nisi leg. κατακαίριον); οὐδὲ μακύνων τ. οὐδέν Pi.P.4.286
; ὅσοις τοῦτ' ἐπέσταλται τ. A.Eu. 743, cf. Ag. 908; μ' Ἀπόλλων τῷδ' ἐπέστησεν τέλει ib. 1202, cf. Ch. 760; ἄυπνα ὀμμάτων τέλη the wakeful duties (or services) of the eyes, E.Supp. 1137 (lyr.); ἀμφοτερᾶν τοι χαρίτων.. ζεύξω τ. the rendering of both services, Pi.I.1.6; αἰτουμένῳ μοι κοῦφον εἰ δοίης τ. a small service or favour, A.Th. 260;ἡξῶ ναὶ τὸν Πᾶνα κακὸν τ. αὐτίκα δωσῶν Theoc.4.47
; obligation to render a service or payment, ὅτε δὴ μισθοῖο τ. πολυγηθέες ὧραι ἐξέφερον the Payment(-day) of the wage, Il.21.450;οἱ δ' ἐλάττω τῶν ἱκανῶν κεκτημένοι, τὴν ἀναγκαίαν ἀτέλειαν ἔχοντες, ἔξω τοῦ τ. εἰσὶ τούτου D.20.19
, cf. Poll.8.156; ἐν τέλει μαθεῖν to be taught for a fee, Id.4.46.6 pl., services or offerings due to the gods,δαίμοσιν θῦσαι θέλουσα πελανόν, ὧν τέλη τάδε A.Pers. 204
;ἔνθ' ὁρίζεται βωμοὺς τ. τ' ἔγκαρπα Κηναίῳ Διί S.Tr. 238
; ἔλιπον Ζηνὶ τροπαίῳ πάγχαλκα τ. Id.Ant. 143 (anap.);γῇ δὲ τῇδε Σισύφου σεμνὴν ἑορτὴν καὶ τέλη προσάψομεν E.Med. 1382
;θεοῖσι μικρὰ θύοντες τέλη Id.Fr.327.6
; of the Eleusinian mysteries, οὗ πότνιαι σεμνὰ τιθηνοῦνται τ. S.OC 1050 (lyr.), cf. Fr. 837;σεμνῶν ἐς ὄψιν καὶ τ. μυστηρίων E.Hipp.25
; called μεγάλα τ., Pl.R. 560e; rarely in sg., τοῦδε μυστικοῦ τέλους this mystic rite, A.Fr. 387; of the marriage rite,τ. γάμοιο Od.20.74
, cf.A.R.4.1202, AP6.276 (Antip.); γαμήλιον τ. A.Eu. 835; τὰ νυμφικὰ τ. S.Ant. 1241;τ. ὁ γάμος ἐκαλεῖτο Poll.3.38
, cf. Paus.Gr.Fr.306, Sch.Ar.Th. 982, Stob.2.7.3a.7 service rendered by a citizen in the Solonian constitution to the state, also his rating according to this service, θητικοῦ ἀντὶ τέλους ἱππάδ' ἀμειψάμενος Epigr. ap. Arist.Ath.7.4; τιμήματι διεῖλεν εἰς τέτταρα τ. four ratings or classes, ib.7.3; later, τὸ τῶν ἱππέων τ., Lat. ordo equester, D.C.48.45, al.8 dues exacted by the state, Ar.V. 658 (pl.), Pl.R. 425d (pl.); ἀγορᾶς τ. a market- toll, Ar.Ach. 896; πορνικὸν τ. Aeschin.1.119; τ. πρίασθαι, πωλεῖν, farm a tax or let it, D.24.144, Aeschin. l.c.; ἐκλέγειν. πράττειν, levy it, D.l.c., Alex.263.3, Aeschin.3.113; τελεῖν pay a tax or duty, Pl.Lg. 847b; εἰ τὰ τ. τελεῖ, ποῖον τ. τελεῖ, questions put to candidates at Athens, Din.2.17, Arist.Ath.7.4;τέλη κατατίθησιν Antipho 5.77
;καταβαλεῖν And.1.93
; freq. in Inscrr., IG12.46.12, al., SIG135.14 (Olynthus, iv B.C.), al., and Papyri, τὸ ὡρισμένον τῆς αἰτήσεως τ., etc., POxy.1473.30 (iii A.D.), cf. PCair.Zen.240.7 (iii B.C.), etc.: metaph., τέλη λύειν, v. λύω v. 2.9 financial means, expenditure, usu. in dat. pl., ὃς ἂν τοῖς ἰδίοις τ. μὴ ἑαυτὸν μόνον, ἀλλὰ καὶ τὴν πόλιν ὠφελῇ by the use of his own means, Th.6.16; κακῶς ἡμᾶς αὐτοὺς ποιούντων τέλεσι τοῖς οἰκείοις if we harm ourselves at our own expense, Id.4.60;ἀναγραψάτω.. τέλεσι τοῖς Λεωνίδου IG 12.56.22
, cf. 94.14, al.;Χερρόνησον τοῖς αὑτοῦ τ. διορύξει D.6.30
;δημοσίοις τέλεσι Plu.Phoc.38
: in nom. sg., μάτην γὰρ οἴκῳ σὸν τόδ' ἐκβαίη τ. E.Fr. 639.10 a military station or post with defined duties (cf. signf. 5), ἐλθεῖν εἰς φυλάκων ἱερὸν τ. Il.10.56; αἶψα δ' ἐπὶ Θρῃκῶν ἀνδρῶν τ. ἷξον ἰόντες ib. 470; δόρπον ἔπειθ' ἑλόμεσθα κατὰ στρατὸν ἐν τελέεσσιν at our posts, in the ranks, 11.730, cf. 18.298; later, military unit, division, squadron,τέλει ἑνὶ τῶν ἱππέων Th.2.22
, cf. 4.96;πελταστῶν τέλη E.Rh. 311
;κατὰ τέλεα Hdt.1.103
, 7.87, al.;κατὰ τέλη Th.6.42
, Plb.11.11.6, cf. 11.15.2, Polyaen.2.1.17; in the Roman army, legion, J.AJ14.16.2, BJ1.17.9, Plu.Ant.18.56, App.BC5.87, al.II δίρρυμά τε καὶ τρίρρυμα τέλη troops or columns of.. chariots, A.Pers.47 (anap.); of ships,τρία τ. ποιήσαντες τῶν νεῶν Th.1.48
: also ὀρνίθων τέλεα flocks of birds, v.l. for γένεα, Hdt.2.64;τ. ἀθανάτων A.Fr. 151
(anap.).12 a territorial division, Στρατικὸν τ. SIG421.44 (Acarnania, iii B.C.); Κορωνείων τὸ τ. Supp.Epigr.3.354 (Thebes, iii B.C.); τὸ Λοκρικὸν τ. GDI2070 (Delph., ii B.C.).II degree of completion or attainment,τόσσον μὲν ἔχον τ., οὔατα δ' οὔ πω.. προσέκειτο Il.18.378
; degree of maturity, age,ἐπὴν δὴ τοῦτο τ. παραμείψεται ὥρης Mimn.2.9
;ἥβης πρὶν τ. ἄκρον ἰδεῖν Simon.123
;ἥβης τ. μολόντας E.Med. 920
; εἰς ἀνδρὸς τ. ἰέναι man's estate, Pl.Mx. 249a;εἰς πρεσβύτου τ. ἀφικομένοις Id.Epin. 992d
;τὸ τῶν παίδων τ. ἄδηλον οἷ τελευτᾷ κακίας καὶ ἀρετῆς ψυχῆς τε πέρι καὶ σώματος Id.Smp. 181e
;οὐδὲ γήρως ἔβας τ. σὺν τᾷδε E.Alc. 413
(lyr.).b a length of time (or space), term, course, ἀρετάς, αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ σὺν θεῷ θνατὸν διέρχονται βιότου τ. Pi.I.4(3).5(23); so perh. in E.Hipp.87 (v. infr. 3), and in διὰ τέλους (v. infr. 2 c).2 state of completion or maturity, τ. λαβεῖν, ἔχειν, of plants or animals, to attain maturity, Pl.Phdr. 276b, Lg. 834c, cf. 899e: hence, completion, end, finish, τ. ἐπιθεῖναι τῷ λόγῳ complete it, Id.Smp. 186a, cf. Prt. 348a; ὃ πᾶσι τοῖς προτέροις ἐπ έθηκε τ. as a finish to all his former acts, D.18.140;τὸ τ. τῆς σκηνῆς ἐποιήσαντο X.Cyr.2.3.24
;ταύτης.. τῆς ἡμέρας τοῦτο τὸ τ. ἐγένετο Id.An.1.10.18
; τ. λαβεῖν to be completed, Pl.R. 501e, Isoc.4.5;τ. ἔχειν Pl.Lg. 772c
; οὐ τ. ἵκεο μύθων didst not reach the end of thy speech, Il.9.56;ἐπὶ τέλους τοῦ δρόμου Pl.R. 613d
; (ii B.C.); (ii B.C.), cf. BGU1816.11 (i B.C.);ἡ εἰκοστὴ τοῦ νοσήματος ἡμέρα τ. μὲν τριῶν ἑβδομάδων, ἓξ δὲ τετράδων Gal.18(2).234
:—freq. in Adverbial phrases:a τέλος at last,ὥστε τ. ἡσυχίαν ἦγον Th.2.100
, cf. 5.46; but most freq. at the beginning of the clause,μάχης δὲ καρτερῆς γενομένης, τέλος οὐδέτεροι νικήσαντες διέστησαν Hdt.1.76
, cf.4.131, al.;τέλος δέ Id.1.36
, Thgn. 1294, etc.; ἀλλὰ τ. Hdt.6.137;τ. μέντοι Id.5.89
, X.HG5.4.30;τ. γε μέντοι S.Ant. 233
; καὶ τ. Hdt.4.154, Th.1.109; τό γε τ. Pl.Lg. 740e.b < ἐς τ. in the end, in the long run,πάντως ἐς τ. ἐξεφάνη Sol.13.28
, cf. Hdt.9.37; εἰς τ. S.Ph. 409;θνητῶν δ' εἰς τ. ὄλβιος οὐδείς E.IA 161
(anap.), cf. Hdt.3.40; ὁρῶντες τὴν Λιβύην εἰς τ. ἀβλαβῆ διαμένουσαν altogether, completely, Plb.1.20.7, cf. PTeb.38.11 (ii B.C.), OGI90.12 (Rosetta, ii B.C.), PSI10.1120.5 (i B.C./i A.D.); ἐς τ. ἄνυε μοίρας dub. l. in Theoc.1.93.c διὰ τέλους (orig. perh. from signf. 1.1 or 5, or 11.1b, through the (whole) performance or time), through to the end, completely, A.Pr. 275, S.Aj. 685, E.Supp. 270, Isoc.5.24, 8.17, 19.4; throughout, all the time, always, Antipho 5.42, Timocl.8.5, Hegesipp.Com.2.3; soδιὰ τέλεος Hp.Acut.46
(= διὰ παντὸς καὶ ἀεί acc. to Gal.15.618);διὰ τέλους ἀεί Pl.Phlb. 36e
; permanently, for good, τοῦ ἀφεθῆναί σε διὰ τ. PPetr.2p.45 (iii B.C.).e τέλει perh. in the end, S.OT 198 (lyr.).3 esp. τ. ἔχειν βίου to have reached the end of life, to be dead, Pl.Lg. 801e;ἐμοὶ μὲν τοῦ βίου τὸ τ. ἤδη πάρεστιν X.Cyr.8.7.6
;πᾶσίν ἐστιν ἀνθρώποις τ. τοῦ βίου θάνατος D.57.27
;εἰς τ. τοῦ ζῆν ἀφικνεῖσθαι S.OC 1530
: less freq. abs., death,ἐλπίς ἐστι νύκτερον τ. μολεῖν A.Th. 367
(lyr.);οἱ νεηνίαι οὐκέτι ἀνέστησαν ἀλλ' ἐν τέλεϊ τούτῳ ἔσχοντο Hdt.1.31
; ἔχει τὸ κάλλιστον τ. X.Cyr.7.3.11; ἔχει τ., = τετελεύτηκε, Laconian phrase acc. to Hsch.;τῶν ἤδη τ. ἐχόντων Pl.Lg. 717e
, cf. 772c, BGU1857.7 (i B.C.); reversely,τ. ἔχει τινά Pl.Lg. 740c
;οἷόν σε βίου τ. εἷλε E.Rh. 735
(anap.):—but ὀλβίως ἔλυσεν τὸ τ. βίου has paid life's toll (cf. supr.1.8), S.OC 1720 (lyr.); τὸ τ. ὁ χρόνος ἀπαιτεῖ Poet. in Mus.Script.p.452 von Jan; alsoτ. δὲ κάμψαιμ' ὥσπερ ἠρξάμην βίου E.Hipp.87
(cf. supr. 11.1b); πρὶν ἂν πέλας (v.l. τέλος)γραμμῆς ἵκηται καὶ τ. κάμψῃ βίου Id.El. 955
-6.4 end, cessation, ὡς δὲ πρὸς τ. γόων ἀφίκοντ' S.OC 1621; πῶς τροχηλάτου μανίας ἂν ἔλθοιμ' ἐς τ. πόνων τ' ἐμῶν; E.IT83; ὅταν δὴ πημάτων λάβῃ τ. Id.Hel. 534;τ. δέχει δὴ τῶν ἐμῶν προσφθεγμά των Id.Hec. 413
;ἡ μὲν οὖν ἐπανάστασις.. τοῦτο τὸ τ. ἔσχεν Hell.Oxy.10.3
;ἐπειδὴ οὐχ οἷόν τε εἰς ἄπειρον, τ. ἔσται πάσης φορᾶς Arist.Metaph.
1074a30.5 end of a word, A.D.Pron.12.25, al.; of a sentence,ἐπὶ τέλει πρόσκειται Sor.1.43
, cf. Gal.15.20; of a chapter or book,ἐπὶ τέλει ἀναλυθήσεται Archim.Sph.Cyl.2.4
, cf. Gal.15.10;πρὸς τῷ τ. ῥηθήσεται Pl.Lg. 957b
;πρὸς τῷ τ. τοῦ ἐντέρου Arist.PA 675a16
; ἀπὸ τέλους τοῦ σταδίου, opp. ἀπὸ μέσου, Id.Ph. 239b34 (cf. infr. 111.2).III achievement, attainment,τηλοῦ ἐμοὶ νόστοιο τ. γλυκεροῖο γενέσθαι Od.22.323
, cf. Pi.N.3.25;τ. δὲ τῆς ἀπαλλαγῆς τοῦ Αἰθίοπος ὧδε ἔλεγον γενέσθαι Hdt.2.139
; πῶς ἂν καὶ τοῦτο τοῦ τ. τυγχάνοι, i.e. might be achieved, Gem.8.36.2 winning-post, goal in a race,πρὸς τ. ὀρνύμενον B.5.45
; in a contest,ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τ. ἄκρον ἱκέσθαι Pi.I.4(3).32(50)
; εἰς τ. ἐλθεῖν, of runners in a race, Pl.R. 613c.b prize, ἔφερε πυγμᾶς τ. Pi.O.10(11).67; οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον ἀλλ' ἐφ' ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τ. Id.I.1.27;ποτὶ γραμμᾷ μὲν αὐτὰν στᾶσεκοσμήσαις, τ. ἔμμεν ἄκρον Id.P.9.118
(perh. 'to be the winning post and prize');κρίνεις τ. ἀρετᾶς B.10.6
: metaph.,οὐκ ἔχω εἰπεῖν τίνι τοῦτο Μοῖρα τ. ἔμπεδον ὤρεξε Pi.N.7.57
.3 Philos., full realization, highest point. ideal, ἅπτεσθαι τοῦ τ. Pl.Smp. 211b; πρὸς τ. ἰὼν τῶν ἐρωτικῶν ib. 210e;πρὸς τ. ἀρετῆς ἐλθόντα Id.Clit. 410e
, cf. R. 613c.b the end or purpose of action,τ. εἶναι ἁπασῶν τῶν πράξεων τὸ ἀγαθόν Id.Grg. 499e
; freq. in Arist., EN 1094a18, al.: hence, the final cause, = τὸ οὗ ἕνεκα, Id.Metaph. 994b9, 996a26, al.; hence simply = τὸ ἀγαθόν, the chief good, Id.EN 1097a21, Zeno Stoic.1.45, etc. -
4 καλύπτω
Aκάλυπτον Il.24.20
: [tense] fut. : [tense] aor. ἐκάλυψα, [dialect] Ep.κάλ- Il.23.693
:—[voice] Med., [tense] fut. καλύψομαι ([etym.] ἐγ-) Ael.NA7.12, ([etym.] συγ-) Aristid.2.59J.: [dialect] Ep. [tense] aor.καλυψάμην Il.3.141
, al.:—[voice] Pass., [tense] fut.καλυφθήσομαι Paus.8.11.11
, Aristid.1.130J., Gal. UP9.3, ([etym.] δια-) D.11.13: [tense] aor.ἐκαλύφθην Od.4.402
, E.Supp. 531: [tense] aor.2 part. (iii A.D.): [tense] pf.κεκάλυμμαι Il.16.360
, X.Cyr. 5.1.4, Aen.Tact.26.3: [tense] plpf.κεκάλυπτο Il.21.549
.--Rare in Prose, exc. in compds. (Cf. κέλυφος, καλύβη, Lat. oc-culo, celo.)I cover, freq. c. dat. instr.,παρδαλέῃ.. μετάφρενον εὐρὺ κάλυψε Il.10.29
; (but in 13.425, ἐρεβεννῇ νυκτὶ καλύψαι is to kill); simply, cover,μέλαν δέ ἑ κῦμα κάλυψεν 23.693
; ; [ πέτρον] περὶ Χεὶρ ἐκάλυψεν his hand covered, grasped a stone, 16.735; of death,τὼ.. τέλος θανάτοιο κάλυψεν 5.553
; , 503, etc.; ; ; soτὸν δ' ἄχεος νεφέλη ἐκάλυψε 17.591
;ἑ πένθος ὀφθαλμοὺς ἐκάλυψε 11.250
: freq. in Lyr. and Trag., ; κ. Χθονὶ γυῖα, i.e. to be buried, Pi.N.8.38; but Χθονί, τάφῳ κ., bury, A.Pr. 582 (lyr.), S.Ant.28; γῇ, Χέρσῳ, E.Ph. 1633, Hel. 1066: abs.,καὐτὴ καλύψω A.Th. 1045
: rare in Prose, (Ceos, v B.C.); of armour, protect, X. Eq.12.5:—[voice] Med., cover or veil oneself,ἀργεννῇσι καλυψαμένη ὀθόνῃσιν Il.3.141
; ; λευκοῖσιν φαρέεσσι καλυψαμένω (fem. dual)Χρόα καλόν Hes.Op. 198
: abs.,καλυψάμενος δ' ἐνὶ νηῒ κείμην Od.10.53
:—[voice] Pass.,ἀσπίδι ταυρείῃ κεκαλυμμένος.. ὤμους Il.16.360
; ἐν Χλαίνῃ κεκ. 24.163; Χαλκῷ, ἠέρι, 13.192, 21.549;οἰὸς ἀώτῳ Od.1.443
; φρικὶ καλυφθείς, of the sea, 4.402: in Prose, C32 (Delph., v/iv B.C.); [ βράγχια]καλυπτόμενα καλύμματι Arist.HA 505a6
; veiledIG
5(2).514.10 ([place name] Lycosura).2 hide, conceal, κεκαλυμμένοι ἵππῳ concealed in it, Od.8.503:—[voice] Act., Hippon.52, etc.;ἔξω μέ που καλύψατε S.OT 1411
, cf. Ev.Luc.23.30;κρυφῇ κ. καρδίᾳ τι S.Ant. 1254
; σιγῇ κ. E.Hipp. 712: metaph.,ἐκάλυψας τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν LXXPs.84(85).2
, cf. Ep.Jac.5.20.3 cover with dishonour, throw a cloud over,σὺ μὴ κάλυπτε τὰς εὐδαίμονας ἔργοις Ἀθήνας ἀνοσίοις S. OC 282
.II put over as a covering,πρόσθε δέ οἱ πέπλοιο πτύγμ' ἐκάλυψεν Il.5.315
; τόσσην οἱ ἄσιν καθύπερθε καλύψω I will put mud over him, 21.321; ; .Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καλύπτω
-
5 Κήρ
Κήρ, ἡ, [dialect] Aeol. [full] Κᾶρ Alc. (v. infr.), gen. Κηρός, acc. Κῆρα; [dialect] Dor.pl. [full] Κᾶρες Hipparch. ap. Stob.4.34.8 (A v.l. Κῆρες), but sg. κήρ Trag.in lyr. (v. infr.):— the goddess of death or doom,Κὴρ.. Θανάτοιο Od.11.171
, etc.;Κῆρες.. Θανάτοιο Il.2.834
, etc.; ἐν δ' Ἔρις ἐν δὲ Κυδοιμὸς ὁμίλεον ἐν δ' ὀλοὴ K.Il.18.535; ἐμὲ μὲν K.ἀμφέχανε στυγερή, ἥ περ λάχε γιγνόμενόν περ 23.79
; διχθάδιαι Κῆρες, of Achilles, 9.411;Κῆρες μυρίαι 12.326
; Κῆρες Ἀχαιῶν, Τρώων, 8.73, 74; K.νηλεόποινοι Hes.Th. 217
; K. (anap.); K.ἀναπλάκητοι S.OT 472
(lyr.), cf.Tr. 133 (lyr.), Pi.Fr. 277, E.El. 1252, HF 870 (troch.); ἁρπαξάνδρα K., of the Sphinx, A.Th. 777 (lyr.): prov., θύραζε Κῆρες (v.l. Κᾶρες) , οὐκ ἔνι (v.l. ἔτ') Ἀνθεστήρια, of those who want the same always, Zen. 4.33, Suid. s.v. θύραζε.II as Appellat., doom, death, esp. when violent, rarely without personal sense in Hom., τὸ δέ τοι κὴρ εἴδεται εἶναι that seems to thee to be death, Il.1.228;κῆρ' ἀλεείνων 3.32
, al.;φόνον καὶ κ. φέροντες 2.352
, al.: freq. later,ὐπὰ κᾶρι.. διννάεντ' Ἀχέροντ' ἐπέραισε Alc.Supp.7.7
; .2 νοσῶν παλαιᾷ κηρί plague, disease, S.Ph.42, cf. 1166 (lyr.): in a general sense, βαρεῖα μὲν κ. τὸ μὴ πιθέσθαι grievous ruin it were not to obey, A.Ag. 206 (lyr.); ἐλευθέρῳ ψευδεῖ καλεῖσθαι κ. πρόσεστιν οὐ καλή an unseemly disgrace, S.Tr. 454.3 pl.sts. in Prose, blemishes, defects, [τοῖς καλοῖς] κ. ἐπιπεφύκασιν Pl.Lg. 937d
; [τόποι] ἰδίας ἔχουσι κῆρας Thphr.CP5.10.4
;κ. σύμφυτοι D.H.2.3
, cf. 8.61;ἁμαρτίαι καὶ κ. Plu.Cim.2
;σῶμα ἀκήρατον τῶν ἐκτὸς κ. Ti.Locr. 95b
, cf. Ph.1.368, al.: rarely sg.,συνήθειαν ὥσπερ τινὰ κ. Plu.Ant.2
, cf.Ph.1.440. (Perh. cogn. with κεραΐζω.) -
6 ἄγω
Aἄγεσκον Hdt.1.148
, A.R.1.849: [tense] fut.ἄξω Il.1.139
, etc.: thematic [tense] aor. imper.ἄξετε Il.3.105
, inf. ἀξέμεναι, -έμεν, Il.23.50, 111: [tense] aor. 2ἤγαγον Il.6.291
, etc., opt.ἀγαγοίην Sapph.159
: [tense] aor. 1 ἦξα rare, , part.ἄξας Batr. 119
, inf. : [tense] pf. (Abu Simbel, vii/ vi B. C.), Plb.3.111.3, ([etym.] προ-) D.19.18, ([etym.] συν-) X.Mem.4.2.8; (Sigeum, iii B.C.), etc., [dialect] Dor.συν-αγάγοχα Test.Epict.3.12
; , J.BJ1.30.1, Alex.Fig.1.11, etc. (also in compds., ([etym.] εἰσ-) Ps.-Philipp. ap. D.18.39, ([etym.] κατ-) Decr.ib.73);ἀγείοχα PTeb.5.193
(ii B. C.), etc.; ἀγέωχα ([etym.] δι-) CIG4897d (Philae, i B. C.), PTeb.5.198 (ii B. C.), etc.: [tense] plpf.ἀγηόχει Plb.30.4.17
:—[voice] Med., [tense] fut.ἄξομαι Hom.
, Hdt., Trag.: them. [tense] aor. 1ἄξοντο Il.8.545
, imper. ἄζεσθε ib. 505: also ἀξάμην ([etym.] ἐσ-) Hdt.5.34, ([etym.] προεσ-) 1.190, 8.20: [tense] aor.2ἠγαγόμην Hom.
, etc., [ per.] 2sg. (Cret.):—[voice] Pass., [tense] fut. , ([etym.] προσ-) Th.4.87, etc.; ἄξομαι in pass. sense, A.Ag. 1632, Pl.R. 458d, ([etym.] προσ-) Th.4.115, etc.: [tense] aor. 1ἤχθην X.An.6.3.10
, [dialect] Ion.ἄχθην Hdt.6.30
, part.ἀχθείς Hippon. 9
: [tense] pf. ἦγμαι Hdt 2.158, D.13.15; also in med. sense, v. infr. B.2.I lead, carry, fetch, bring, of living creatures, φέρω being used of things,δῶκε δ' ἄγειν ἑτάροισι.. γυναῖκα, καὶ τρίποδα.. φέρειν Il.23.512
; βοῦν δ' ἀγέτην κεράων by the horns, Od.3.439; ἄ. εἰς or πρὸς τόπον, poet. also c. acc. loci, νόστοι δ' ἐκ πολέμων ἀπόνους (sc. ἄνδρας).. ἆγον οἴκους A.Pers. 863
(lyr.);Ἅιδας.. ἄγει τὰν Ἀχέροντος ἀκτάν S.Ant. 811
(lyr.);ἄ. τινά τινι Od.14.386
;ἵππους ὑφ' ἅρματ' ἄ. 3.476
, cf. A.Pr. 465.b part. ἄγων taking,στῆσε δ' ἄγων Il.2.558
, cf. Od.1.130, S.OC 1342, etc.2 take with one,ἑταίρους Od.10.405
, cf. S.OC 832, etc.; τι Il.15.531, Hdt.1.70; of a wife, A.Pr. 559 (lyr.) (more usu. [voice] Med., q.v.).3 carry off as captives or booty, Il.1.367,9.594, A. Th. 340, etc.;ἄχθη ἀγόμενος παρὰ βασιλέα Hdt.6.30
; ἀγόμενος, i.e. δοῦλος, Archil.155, cf. E.Tr. 140, Pl.Lg. 914e; Δίκην ἄγειν to lead Justice forcibly away, Hes.Op. 220;ἡ ἐπιθυμία ἄγει Arist.EN 1147a34
; of a fowler,φῦλον ὀρνίθων ἀμφιβαλὼν ἄγει S.Ant. 343
: esp. in phrase ἄ. καὶ φέρειν harry, ravage a country, first in Il.5.484 οἷόν κ' ἠὲ φέροιεν Ἀχαιοὶ ἤ κεν ἄγοιεν, cf. 23.512 sq.; freq. in Hdt. and [dialect] Att. Prose:—in [voice] Pass.,ἀγόμεθα, φερόμεθα E.Tr. 1310
, cf. Ar.Nu. 241: more rarely reversed,φέρουσί τε καὶ ἄγουσι Hdt. 1.88
;ἔφερε καὶ ἦγε πάντας Id.3.39
: c. acc. loci,φέρων καὶ ἄγων τὴν Βιθυνίδα X.HG3.2.2
; ib.5; ἄ. alone, ravage, IG9(1).333 ([dialect] Locr., v B. C.): —but φέρειν καὶ ἄγειν sts. means simply bear and carry, bring together, Pl.Phdr. 279c; τὴν ποίησιν φέρειν τε καὶ ἄγειν, i.e. bring it into the state, Id.Lg. 817a, cf. X.Cyr.3.3.2.4 ἄ. εἰς δίκην or δικαστήριον, ἐπὶ τοὺς δικαστάς to carry one before a court of justice, freq. in [dialect] Att.,πρὸς τὴν δίκην ἄ. E.Fr. 1049
;ὑπ' ἐπίγνωσιν ἀχθῆναι PTeb.28.11
(ii B. C.); simply , etc.;ἐπὶ θανάτῳ ἄ. X.An.1.6.10
, etc.:—[voice] Pass.,ἐπὶ βασιλεῖς ἀχθήσεσθε Ev.Matt.10.18
, cf. PTeb.331.16 (ii A.D.);φόνου ἄγεσθαι Plu.2.309e
.b [voice] Pass., to be confiscated, τὰ κτήνη ἀχθήσεται πρὸς τὰ ἐκφόρια (to meet the rent) PTeb.27.75 (ii B. C.).5 of ships, carry as cargo, import, [ οἶνον]νῆες ἄγουσι Il.9.72
, etc.; ἵνα οἱ σὺν φόρτον ἄγοιμι (i.e. σύν οἱ) Od.14.296.6 draw on, bring on,πῆμα τόδ' ἤγαγον Οὐρανίωνες Il.24.547
;Ἰλίω φθοράν A.Ag. 406
(lyr.);τερμίαν ἁμέραν S.Ant. 1330
(lyr.); ; ; .II lead towards a point, lead on,τὸν δ' ἄγε μοῖρα κακὴ θανάτοιο τέλοσδε Il.13.602
;κῆρες ἄγον θανάτοιο 2.834
;οἷ μ' ἀτιμίας ἄγεις S.El. 1035
: also c. inf., ἄγει θανεῖν leads to death, E.Hec.43: c. acc. cogn.,ἄγομαι τάνδ' ἑτοίμαν ὁδόν S.Ant. 877
(lyr.); ὁδὸς ἄγει the road leads, Heraclit.71, S.OT 734, Tab.Heracl.1.16, etc.: metaph., tend,ἐπὶ τὸ ἄκρον Pl.Lg. 701e
.2 lead, guide, esp. in war,λαόν Il.10.79
; ἄ. στρατιάν, ναῦς, etc., Th.7.12, 8.59, etc., cf. X.An.4.8.12; henceabs., march,θᾶσσον ὁ Νικίας ἦγε Th.7.81
, cf. X.HG4.2.19, etc.: simply, go,ἄγωμεν Ev.Marc. 1.38
; of the gods, etc., guide, Pi., Hdt., etc.;ἐπ' ἀρετήν E.Fr. 672
;διὰ πόνων ἄγειν τινά Id.IT 988
.3 manage,νόῳ πλοῦτον Pi.P.6.47
;πολιτείαν Th.1.127
; τὴν σοφίαν conduct philosophical inquiry, Pl.Tht. 172b; of reasoning,ἀγαγεῖν τοὺς λόγους Arist.APr. 47a21
; εἰς τὸ ἀδύνατον ἄ. ib. 27a15 (v.l. ἀπάγοντας):—[voice] Pass., to be led, guided, ; .5 bring up, train, educate,ἀγόμενοις ὀρθῶς Pl.Lg. 782d
;ἤχθη τὴν λεγομένην ἀγωγήν Plu.Ages.1
; of animals, train, X.Mem.4.1.3.6 reduce,ἐς βραχὺ τὴν ἀρχήν Hp. VM1
;ἐς τὸ ἥμισυ Id.Mul.1.78
; of propositions,εἰς ῥᾳδιξστέραν κατασκευήν Papp.1076.6
.III draw out in length, τεῖχος ἄ. to draw a line of wall, Th.6.99;μέλαθρον εἰς ὀρόφους AP9.649
(Maced.);ὄγμον ἄ. Theoc.10.2
; ἄ. γραμμάς to draw lines, Arist.Top. 101a16; ἤχθωσαν κάθετοι let perpendiculars be drawn, Mete. 373a11; ἄ. ἐπίπεδον describe a plane, Archim.Sph.Cyl.1.7, etc.:—[voice] Pass.,ἦκται ἡ διῶρυξ Hdt.2.158
, cf. Th.6.100; κόλπου ἀγομένου τῆς γῆς, i.e. when the land forms a bight, Hdt.4.99.IV hold, celebrate, Ἀπατούρια, ὁρτήν, Hdt. 1.147, 183 (more usu. ἀνάγειν); freq. in [dialect] Att.,ἄ. ἀγῶνα IG1.53.33
;θυσίαν, θεωρίαν Isoc.19.10
; ; , cf. LXX To.11.19 ([voice] Pass.);ἐκκλησίαν Plu.Aem.30
:—[voice] Pass.,ἀγοραῖοι ἄγονται Act.Ap.19.38
.2 keep, observe a date,ἄ. τὴν ἡμέραν ταύτην πάντα τὸν χρόνον Th.5.54
, cf. Men.521;κατὰ σελήνην τὰς ἡμέρας Ar.Nu. 626
; reckon,τοὺς ἐνιαυτοὺς καθ' ἥλιον Gem.8.6
.3 keep, observe,ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν Pi.P. 6.20
;σπονδὰς ἄ. πρός τινας Th.6.7
; , etc.: c. acc., as periphr. for a neut. Verb, σχολὴν ἄγειν, = σχολάζειν, E.Med. 1238, Pl.R. 376d; ἡσυχίαν ἄ., = ἡσυχάξειν, X.An.3.1.14;ἄ. ἀπαστίαν Ar. Nu. 621
; κρύψιν ἄ., of stars betw. setting and rising, Autol.2.9; keep up, sustain, maintain,νεῖκος Pi.P.9.31
; γέλωτ' ἄγειν to keep laughing, S.Aj. 382;ἄ. κτύπον E.Or. 182
(lyr.); with predicate, maintain,ἐλευθέραν ἦγε τὴν Ἑλλάδα D.9.36
.4 of Time, pass,ἀπήμαντον ἄγων βίοτον Pi.O.8.87
; ποίας ἡμέρας δοκεῖς μ' ἄγειν; S.El. 266;ὁ βίος οὑμὸς ἑσπέραν ἄγει Alex.228
, cf. ὥραν ἄγειν to be ripe,τῆς γαστρὸς ὥραν ἀγούσης Philostr.VA2.14
; ὥραν ἦγε θανάτου Chor.p.38B.;τῆς ἡλικίας ἄγον τὸ ἄνθος Id.p.53
B.;τέταρτον ἔτος ἄγων καὶ τριακοστόν Gal.Lib. Propr.1
.V hold account, treat,ἄ. ἀρετὰν οὐκ αἴσχιον φυᾶς Pi.I.7(6).22
; ἐν τιμῇ ἄγειν or ἄγεσθαι, ἐν οὐδεμιῇ μοίρῃ ἄ., περὶ πλείστου ἄ., Hdt.1.134, 2.172, 9.7, etc.; θεοὺς ἄ. to believe in, A.Supp. 924; διὰ τιμῆς ἄ. τινά, etc., Luc. Prom.Es4, etc.;τὸ πρᾶγμ' ἄ... ὡς παρ' οὐδέν S.Ant.34
;τὴν Ἀφροδίτην πρόσθ' ἄ. τοῦ Βακχίου E.Ba. 225
;τιμιώτερον ἄ. τινά Th.8.81
;εὐεργεσίας εἰς ἀχαριστίαν καὶ προπηλακισμὸν ἄ. D.18.316
:—with Adverbs, ;ἐντίμως ἄ. Pl.R. 528c
, etc.:—[voice] Pass., .VI draw down in the scale, hence, weigh, ἄ. μνᾶν, τριακοσίους δαρεικούς, etc., weigh a mina, 300 darics, etc., D.22.76, 24.129, cf. Philippid.9.4, etc.;ἄ. πλέον Arist.Pr. 931b15
;ἄ. σταθμόν Plu.2.96b
.VII on ἄγε, ἄγετε, v.s. vocc.B [voice] Med. ἄγομαι, carry away for oneself,χρυσόν τε καὶ ἄργυρον οἴκαδ' ἄγεσθαι Od.10.35
; take with one, 6.58, E.Heracl. 808, etc.; of a ship's cargo, D.35.20; take to oneself,δῶρον Theoc.1.9
, cf. 11; take upon oneself,ἄγεσθαι ἐς χεῖρας Hdt.1.126
, 4.79.2 ἄγεσθαι γυναῖκα take to oneself a wife, Od.14.211;γυναῖκα ἄ. ἐς τὰ οἰκία Hdt.1.59
, etc.;ἄγεσθαί τινα ἐς δῶμα Hes.Th. 410
; simply ἄ. marry, Hdt.2.47, etc.: [tense] pf. [voice] Pass. ἦγμαι is used in this med. sense, J.AJ14.12.1; of the father, bring home a wife for his son, Od.4.10, Hdt.1.34; of a brother, Od.15.238; of friends of the bridegroom and bride, Od.6.28, Hes.Sc. 274: later in [voice] Pass. of the wife, PGnom. 138 (ii A.D.). -
7 θάνατος
θᾰνᾰτος (-ου, -οιο, -ῳ, -ον.)1 deathἤτοι βροτῶν γε κέκριται πεῖρας οὔ τι θανάτου O. 2.31
Κύκνον τε θανάτῳ πόρεν O. 2.82
θάνατον αἰπὺν οὐκ ἐξέφυγεν O. 10.42
ὥρᾳ ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε ( μόρον coni. Mommsen) O. 10.105ὀλέσσαι οἰκτροτάτῳ θανάτῳ P. 3.42
ἄνδρ' ἐκ θανάτου κομίσαι ἤδη ἁλωκότα P. 3.56
ἐπὶ καὶ θανάτῳ φάρμακον κάλλιστον ἑᾶς ἀρετᾶς ἅλιξιν εὑρέσθαι σὺν ἄλλοις P. 4.186
ὁ θεῖος ἀνὴρ πρίατο μὲν θανάτοιο κομιδὰν πατρός P. 6.39
νασιώταις λίθινον θάνατον φέρων (sc. Περσεύς) P. 10.48 μέλανος ἂν ἐσχατιὰν καλλίονα θανάτου λτ;στείχοι> (Er. Schmid, Wil.: θάνατον v. l.) P. 11.57τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ φύτευέ οἱ θάνατον Πελίαο παῖς N. 4.59
ἀφνεὸς πενιχρός τε θανάτου παρὰ σᾶμα νέονται N. 7.19
πεῖραν ταύταν θανάτου πέρι καὶ ζωᾶς ἀναβάλλομαι N. 9.29
“καὶ ἐμοὶ θάνατον σὺν τῷδ' ἐπίτειλον, ἄναξ” N. 10.77 “ θάνατόν τε φυγὼν καὶ γῆρας ἀπεχθόμενον” N. 10.83 ]τό οἱ ἔτει θανατο[ Pae. 22.10
]μαν θάνατον[ Δ. 1. 3. Ἀλαλά ᾇ θύεται ἄνδρες ὑπὲρ πόλιος τὸν ἱρόθυτον θάνατον (τὸν ἱρ. θα. secl. Sternbach) fr. 78. 3. θάνατον κεροέσσᾳ εὑρέμεν ματεῖσ' ἐλάφῳ (sc. κύων) fr. 107a. 4. σῶμα μὲν πάντων ἕπεται θανάτῳ περισθενεῖ fr. 131b. 1. -
8 κομιδά
-
9 μέν
1 where μέν is merely an emphatic particle, and is not balanced by δέ or another particle.a emphasising a demonstrative, not in nom., which refers back to a word in (esp. subject of) a preceding sentence.ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη· τῷ μὲν εἶπε O. 1.75
οὐδ' ἀκράντοις ἐφάψατο ἔπεσι· τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86
μαντεύσατοδ' ἐς θεὸν ἐλθών. τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας εἶπε O. 7.32
Γλαῦκον τρόμεον Δαναοί. τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60
( ὄρος)τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν γείτονα P. 1.30
πατήρ. τῷ μὲν εἰ κατέβαν ὑγίειαν ἄγων P. 3.72
δεσπόταν· τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσει P. 4.53
ὣς φάτο· τὸν μὲν ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120
( δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες).τῶν μὲν κλέος P. 4.174
Κυράναν· ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18
γαμβρὸς Ἥρας. τῷ μὲν δαῖτα πορσύνοντες ἀστοὶ I. 4.61
( Αἰακὸν)τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24
( Ἀχιλεύς)τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56
( καὶ κεῖνος)τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65
Ὕλλου τε καὶ Αἰγιμιοῦ · τῶν (Hermann: τὰ cod.)μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται I. 9.4
cf. fr. 140b. 16.b emphasising adv., esp. temporal.νῦν μὲν αὐτῷ γέρας Ἀλκιμέδων O. 8.65
μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85
σάμερον μὲν χρή P. 4.1
αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν Διὸς ἀρχόμεναι σεμνὰν Θέτιν N. 5.25
ὃς τότε μὲν βασιλεύων κεῖθι N. 9.11
( Διόσκουροι)μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι N. 10.54
adv. phrase, “τὸ μὲν ἐμόν, Πηλέι γέρας θεόμορον ὀπάσσαι γάμου Αἰακίδᾳ” I. 8.38c emphasising verb.ἐπέγνω μὲν Κυράνα P. 4.279
d where the balancing thought is,I suppressed.παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν Λίνδον τε O. 7.73
τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι (v. also μέν τε) P. 11.46ξανθὸς δ' Αχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις, παῖς ἐὼν ἄθυρε μεγάλα ἔργα N. 3.43
πρῶτον μὲν fr. 30. 1.II not expressed in coordinated clause.ἤδη γὰρ αὐτῷ, πατρὶ μὲν βωμῶν ἁγισθέντων, διχόμηνις ἀντέφλεξε Μήνα O. 3.19
τοὺς μὲν ὦν P. 3.47
τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῷ φέρειν ἀλλ' ἀγαθοί, τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83
e contrasting with what precedes, not what follows. ἄγγελος ἔβαν πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο. δύο μὲν Κρονίου πὰρ τεμένει, παῖ, σέ τ' ἐνόσφισε καὶ Πολυτιμίδαν κλᾶρος προπετὴς ἄνθἐ Ὀλυμπιάδος ( μὰν coni. Wil.) N. 6.61 esp.,ἀλλὰ μέν, ἀλλ' ἐπεύξασθαι μὲν ἐγὼν ἐθέλω Ματρί P. 3.77
“ ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσον” P. 4.154f dub. & fragg. [ ἀγαθοῖς μὲν (Schr.: ἀγαθοῖσιν codd.) N. 11.17]ἐγὼ μὲν ὑπὲρ χθονὸς Pae. 8.14
]ἔνθεν μὲν αρ[ Πα. 13a. 22. ]α μὲν γὰρ εὔχομαι[ Pae. 16.3
ἔνθεν μὲν fr. 59. 11. πρόσθα μὲν fr. 70. 1. πρὶν μὲν ἕρπε Δ. 2. 1. μὲν στάσις[ Δ. 3. 3. ]φθίτο μὲν γα[ Δ. 4e. 8. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον fr. 82. κείνῳ μὲν fr. 92. Λάκαινα μὲν fr. 112. δελφῖνος, τὸν μὲν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161. φθέγμα μὲν πάγκοινον ἔγνωκας fr. 188. πανδείματοι μὲν fr. 189. ἴσον μὲν fr. 224. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242. ] υν μὲν θεο[ ?fr. 337. 11. στῆναι μὲν οὐ θέμις οὐδὲ παύσασθαι φορᾶς ?fr. 358.g γε μέν, v. 4.2 μέν δέ.a where sentences are opposed.ἐμοὶ μὲν τὺ δὲ O. 1.84
θανόντων μὲν ἐνθάδ' τὰ δ ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ O. 2.57
παρὰ μὲν τιμίοις τοὶ δὲ O. 2.65
τὸν μὲν λεῖπε χαμαί· δύο δὲ ἐθρέψαντο δράκοντες O. 6.44
τὰ μὲν ἐκ θεοῦ δ O. 11.8
κελαδέοντι μὲν σὲ δ P. 2.15
—8.νεότατι μὲν βουλαὶ δὲ πρεσβύτεραι P. 2.63
—5.τόδε μὲν μέλος ὑπὲρ πολιᾶς ἁλὸς πέμπεται· τὸ Καστόρειον δ' θέλων ἄθρησον P. 2.67
τῷ μὲν Ἀπόλλων · ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ P. 4.66
τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν P. 4.86
“ἀλλὰ τούτων μὲν κεφάλαια λόγων ἴστε. λευκίππων δὲ δόμους πατέρων φράσσατέ μοι” P. 4.116μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής P. 5.95
μάλιστα μὲν Κρονίδαν θεῶν σέβεσθαι· ταύτας δὲ μή ποτε τιμᾶς ἀμείρειν γονέων βίον πεπρωμένον P. 6.23
ὁ μὲν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (contra Wil., 467.) P. 10.11—2.οἱ μὲν πάλαι, νῦν δ I. 2.1
—9.ἀλλ' ὀνοτὸς μὲν ἰδέσθαι, συμπεσεῖν δ ἀκμᾷ βαρύς I. 4.50
—1.ἀλλ' ἐμοὶ δεῖμα μὲν παροιχόμενον καρτερὰν ἔπαυσε μέριμναν. τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.11
“ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε· βροτέων δὲ λεχέων τυχοῖσα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντ' ἐν πολέμῳ” I. 8.35 καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν ἐς μέσον χρὴ παντὶ λαῷ δεικνύναι· εἰ δέ τις ἀνθρώποισι θεόσδοτος ἀτληκηκοτας προστύχῃ, ταύταν σκότει κρύπτειν ἔοικεν fr. 42. 3—5. ἀλλὰ [ βαρεῖα μὲν] ἐπέπεσε μοῖρα· τλάντων δ' ἔπειτα Πα. 2.. ταῦτα θεοῖσι μὲν πιθεῖν σοφοὺς δυνατόν, βροτοῖσιν δ ἀμάχανον εὑρέμεν Πα... τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ] ὦ Μοῖσαι, τοῦ δὲ παντεχ[ ] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Πα... χάλκεοι μὲν τοῖχοι χρύσεαι δ ἓξ ὑπὲρ αἰετοῦ ἄειδον κηληδόνες Πα... Κρῆτα μὲν καλέοντι τρόπον, τὸ δ ὄργανον Μολοσσόν *fr. 107b. 2.* σῶμα μὲν πάντων ἕπεται θανάτῳ περισθενεῖ, ζωὸν δ' ἔτι λείπεται αἰῶνος εἴδωλον fr. 131b. 1.b where sentences are joined.ζώει μὲν ἐν Ὀλυμπίοις Σεμέλα. λέγοντι δ' ἐν καὶ θαλάσσᾳ βίοτον ἄφθιτον Ἰνοῖ τετάχθαι O. 2.25
— 30.Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ Πυθῶνι δ O. 2.48
—9.τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασέν τε Μοίρας. ἧλθεν δ ὑπὸ σπλάγχνων Ἴαμος O. 6.41
κείνοισι μὲν ( κείνοις ὁ μὲν coni. Mingarelli) —.αὐτὰ δὲ O. 7.49
—50.Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε, τὸ δὲ κύκλῳ πέδον ἔθηκε δόρπου λύσιν O. 10.45
—7.εἰ γὰρ ὁ πᾶς χρόνος ὄλβον μὲν οὕτω καὶ κτεάνων δόσιν εὐθύνοι, καμάτων δ' ἐπίλασιν παράσχοι P. 1.46
τοὶ μὲν ἀλλάλοισιν ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ· ἀνὰ δ' ἡμιόνοις Πελίας ἵκετο P. 4.93
—4.ὀρφανίζει μὲν, ἔμαθε δ P. 4.283
—4. τὸ μὲν ἔχει συγγενὴς ὀφθαλμὸςαἰδοιότατον γέρας. μάκαρ δὲ καὶ νῦν P. 5.15
—20.πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται νικαφόροις ἐν ἀέθλοις. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.25
—8.τοιαῦτα μὲν ἐφθέγξατ' Ἀμφιάρηος. χαίρων δὲ καὶ αὐτὸς Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω P. 8.55
—6.τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας, οἴκοι δὲ πρόσθεν ἁρπαλέαν δόσιν ἐπάγαγες P. 8.64
ποτὶ γραμμᾷ μέν αὐτὰν στᾶσε κοσμήσαις τέλος ἔμμεν ἄκρον, εἶπε δ P. 9.118
—9. θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας. ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο (others join μέν with τ v. 33) P. 11.31—4.ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα, πειρᾶτο δὲ πρῶτον μάχας N. 1.43
ἐν Τροίᾳ μὲν Ἕκτωρ Αἴαντος ἄκουσεν. ὦ Τιμόδημε, σὲ δ' ἀλκὰ παγκρατίου τλάθυμος ἀέξει N. 2.14
ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν μείς τ' ἐπιχώριος. ἅλικας δ ἐλθόντας οἴκοι τ ἐκράτει Νίσου τ ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ N. 5.44
—5.καὶ ταῦτα μὲν παλαιότεροι ὁδὸν ἀμαξιτὸν εὗρον. ἕπομαι δὲ καὶ αὐτός N. 6.53
—4.χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν. τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα, μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν N. 8.42
πεῖραν μὲν ἀγάνορα Φοινικοστόλων ἐγχέων ἀναβάλλομαι ὡς πόρσιστα, μοῖραν δ' εὔνομον αἰτέω N. 9.28
—9.τὰν μέν ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ' ἐς νᾶσον Οἰνοπίαν ἐνεγκὼν κοιμᾶτο I. 8.19
—21. καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ]ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Πα. 2.. χρῆν μὲν κατὰ καιρὸν ἐρώτων δρέπεσθαι, τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας δρακείς, ὃς μὴ ποθῷ κυμαίνεται, κεχάλκευται (Hermann: με codd.) fr. 123. 1. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἀπὸ μὲν λευκὸν γάλα χερσὶ τραπεζᾶν ὤθεον, αὐτόματοι δ' ἐπλάζοντο fr. 166. 3.c where subordinate clauses are joined.εἰ δ' ἀριστεύει μὲν ὕδωρ, κτεάνων δὲ χρυσὸς αἰδοιέστατος O. 3.42
ἐκέλευσεν δ' αὐτίκα χρυσάμπυκα μὲν Λάχεσιν χεῖρας ἀντεῖναι θεῶν δ ὅρκον μέγαν μὴ παρφάμεν O. 7.64
—5. ( φόρμιγξ) τᾶς ἀκούει μὲν βάσις, πείθονται δἀοιδοὶ σάμασιν P. 1.2
—3.τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί. ποταμοὶ δὲ P. 1.21
—2.τῶ σε μὴ λαθέτω, Κυράνα, παντὶ μὲν θεὸν αἴτιον ὑπερτιθέμεν, φιλεῖν δὲ Κάρρωτον P. 5.25
—6. ( πάρφασις)ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34
d where parts of sentences are opposed or joined.ὃς σε μὲν Νεμέᾳ πρόφατον, Ἀλκιμέδοντα δὲ πὰρ Κρόνου λόφῳ θῆκεν Ὀλυμπιονίκαν O. 8.16
αἴνει δὲ παλαιὸν μὲν οἶνον, ἄνθεα δ' ὕμνων νεωτέρων O. 9.48
—9.τέρας μὲν θαυμάσιον προσιδέσθαι, θαῦμα δὲ καὶ παρεόντων ἀκοῦσαι P. 1.26
πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν N. 1.26
ὅσσους μὲν ἐν χέρσῳ κτανών, ὅσσους δὲ πόντῳ θῆρας ἀιδροδίκας N. 1.62
οἶον αἰνέων κε Μελησίαν ἔριδα στρέφοι ῥήματα πλέκων, ἀπάλαιστος ἐν λόγῳ ἕλκειν, μαλακὰ μὲν φρονέων ἐσλοῖς, τραχὺς δὲ παλιγκότοις ἔφεδρος N. 4.95
—6.Αἰακόν, ἐμᾷ μὲν πολίαρχον εὐωνύμῳ πάτρᾳ, Ἡράκλεες, σέο δὲ προπράον' ἔμμεν ξεῖνον ἀδελφεόν τ N. 7.85
ὥρα πότνια τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις, ἕτερον δὲ ἑτέραις N. 8.3
τρὶς μὲν, τρὶς δὲ N. 10.27
—8. “ ἥμισυ μὲν ἥμισυ δ” N. 10.87—8.ἀνὰ δ' ἔλυσεν μὲν ὀφθαλμόν, ἔπειτα δὲ φωνὰν χαλκομίτρα Κάστορος N. 10.90
ἀλλ' ἐπέρα ποτὶ μὲν Φᾶσιν θερείαις, ἐν δὲ χειμῶνι πλέων Νείλου πρὸς ἀκτάν I. 2.41
κατὰ μὲν φίλα τέκν' ἔπεφνεν, αὐτὸν δὲ τρίτον fr. 171. πολλοῖς μὲν ἐνάλου ὀρείου δὲ πολλοῖς ἄγρας ἀκροθινίοις ( δὲ πολλοῖς Duebner: πολλάκις codd.) ?fr. 357.e explicative, distributive.ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ὕδωρ δ' ἄλλα φέρβει O. 2.72
γλαυκοὶ δὲ δράκοντες τρεῖς, οἱ δύο μὲν κάπετον, εἷς δ O. 8.38
, cf. O. 13.58, P. 2.48διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον P. 4.179
Κάδμου κόραι, Σεμέλα μὲν Ὀλυμπιάδων ἀγυιᾶτις, Ἰνὼ δὲ Λευκοθέα P. 11.1
φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιοτὰνλαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55
“ἀλλ' ἄγε τῶνδέ τοι ἔμπαν αἵρεσιν παρδίδωμ· εἰ μὲν, εἰ δὲ N. 10.83
—5.ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ παρ' Εὐρώτᾳ πέλας, Ἰφικλέος μὲν παῖς Τυνδαρίδας δὲ I. 1.30
I μέν δέ δέ — (δέ..) στάδιον μὲν ἀρίστευσεν. ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν. Δόρυκλος δὲ. ἂν ἵπποισι δὲ. μᾶκος δὲ. ἐν δ — O. 10.64ἐγγὺς μὲν Φέρης. ἐκ δὲ Μεσσάνας Ἀμυθάν. ταχέως δ' Ἄδματος ἶκεν καὶ Μέλαμπος P. 4.125
—6. κρέσσονα μὲν ἁλικίας νόον φέρβεται γλῶσσάν τε· θάρσος δὲ (δὲ Schneidewin: τε codd.)—.ἀγωνίας δ P. 5.109
—113.ἄγοντι δέ με πέντε μὲν Ἰσθμοῖ νῖκαι, μία δ'. δύο δ P. 7.13
—6.ἡσυχία δὲ φιλεῖ μὲν συμπόσιον· νεοθαλὴς δ' αὔξεται μαλθακᾷ νικαφορία σὺν ἀοιδᾷ· θαρσαλέα δὲ παρὰ κρατῆρα φωνὰ γίνεται N. 9.48
μακρὰ μὲν. πολλὰ δ'. οὐδ Ὑπερμήστρα. Διομήδεα δ. γαῖα δ N. 10.4
τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι. ὅσσα δ'. ἀνορέαις δ I. 4.7
—11.ἐν μὲν Αἰτωλῶν θυσίαισι φαενναῖς Οἰνείδαι κρατεροί, ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει, Περσεὺς δ' ἐν Ἄργει Κάστορος δ αἰχμὰ Πολυδεύκεός τ ἐπ Ἐὐρώτα ῥεέθροις. ἀλλ ἐν Οἰνώνᾳ I. 5.30
—4.τὸν μὲν ἄνδωκε δ'. ὁ δ I. 6.37
—41.ἵπποι μὲν ἀθάναται Ποσειδᾶνος ἄγοντ' Αἰακ[ ] Νηρεὺς δ ὁ γέρων ἕπετα[ι ] πατὴρ δὲ Κρονίων μολ[ Pae. 15.2
σεμνᾷ μὲν κατάρχει. ἐν δὲ κέχλαδεν. ἐν δὲ Ναίδων. ἐν δ Δ. 2.. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου, φοινικορόδοις δ ἐνὶ λειμώνεσσι (δ supp. Bergk: τ Boeckh) Θρ.. 1. τεῖρε δὲ στερεῶς ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχυν, τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 30—2. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιότα. τέρπεται δὲ καί τις fr. 221.II in paratactic climax. ἄριστον μὲν ὕδωρ, ὁ δὲ χρυσὸς, εἰ δ' ἄεθλα (cf. O. 3.45) O. 1.1—3.ἐμοὶ μὲν ὦν, ἐπ' ἄλλοισι δὲ, τὸ δ ἔσχατον O. 1.111
—3.Πίσα μὲν Διός. Ὀλυμπιάδα δὲ. Θήρωνα δὲ O. 2.3
πολλὰ μὲν, πολλὰ δ'. ἅπαν δ εὑρόντος ἔργον O. 13.14
ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος, ἐν Σπάρτᾳ δ', παρὰ δὲ τὰν εὔυδρον ἀκτὰν Ἱμέρα P. 1.76
πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ[ ]δαιδάλλοισ' ἔπεσιν, τὰ δ α[ ] Ζεὺς οἶδ, ἐμὲ δὲ πρέπει Παρθ. 2. 31. ἀπὸ Ταυγέτοιο μὲν. Σκύριαι δ. ὅπλα δ ἀπ Ἄργεος, ἅρμα Θηβαῖον, ἀλλ ἀπὸ Σικελίας fr. 106. ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δ' Ὑμέναιον. ἁ δ Ἰάλεμον υἱὸν Οἰάγρου λτ;δὲγτ; Ὀρφέα (δὲ supp. Wil.) *qr. 3. 6.—10IIIμέν. νῦν αὖτε δὲ. ἐν Νεμέᾳ μὲν πρῶτον νῦν αὖτε Ἰσθμοῦ. εἴη δὲ τρίτον σωτῆρι πορσαίνοντας Ὀλυμπίῳ I. 6.3—7.g ὁ μέν ὁ δέ — ( ὁ δέ).ἀλλ' ὁ μὲν Πυθῶνάδ ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37
—41.τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν τὸ δ' ματρόθεν O. 7.23
ἐδόκησαν ἐπ' ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58
ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω, τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48
δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι P. 2.65
τὸν μὲν ἁ δ P. 3.8
—12.ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας ἢ γυίοις περάπτων παντόθεν φάρμακα, τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.51
τὸν μὲν τοῦ δὲ P. 3.97
—100.τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.43
Κάστορος βίαν σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου P. 11.63
ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας τὸ μὲν δώσει, τὸ δ οὔπω P. 12.32
τοὶ μὲν ὁ δ N. 1.41
διείργει δὲ πᾶσα κεκριμένα δύναμις, ὡς τὸ μὲν οὐδὲν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3
ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται τὰν δ' ὑπὸ κεύθεσι γαίας N. 10.55
ἀλλὰβροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον. τὸν δ' αὖ παρέσφαλεν καλῶν θυμὸς ἄτολμος ἐών N. 11.29
ἁ μὲν ἁ δ' ἁ δ Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται, παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος Θρ. 7. 6—7. irregularly coordinated,τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43
, cf. P. 3.51h with anaphora.πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ O. 13.14
πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ (Boeckh: μιν codd.) P. 9.123ὅσσους μὲν ὅσσους δὲ N. 1.62
ἀλλ' ἀνὰ μὲν βρομίαν φόρμιγγ, ἀνὰ δ αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν N. 9.8
τρὶς μὲν τρὶς δὲ N. 10.27
ἥμισυ μὲν ἥμισυ δὲ N. 10.87
εὖ μὲν Ἀρισταγόραν δέξαι εὖ δ' ἑταίρους N. 11.3
—4.πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ N. 11.6
—7.χρὴ μὲν ὑμνῆσαι τὸν ἐσλόν, χρὴ δὲ κωμάζοντ' ἀγαναῖς χαρίτεσσιν βαστάσαι I. 3.7
—8.ἀγαπᾶται, μέτρα μὲν γνώμᾳ διώκων, μέτρα δὲ καὶ κατέχων I. 6.71
διαγινώσκομαι μὲν, γινώσκομαι δὲ καὶ Pae. 4.22
ἐντὶ μὲν. ἐντὶ [δὲ καὶ] (supp. Wil.) Θρ. 3. 1. οἶδε μὲν βίου τελευτάν, οἶδεν δὲ διόσδοτον ἀρχάν fr. 137. 1.i where the μέν cl. has concessive force.σοφίαι μὲν αἰπειναί· τοῦτο δὲ προσφέρων O. 9.107
κώμῳ μὲν ἁδυμελεῖ Δίκα παρέστακε· θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω P. 8.70
ἦ τιν' ἄγλωσσον μέν, ἦτορ δ ἄλκιμον, λάθα κατέχει ἐν λυγρῷ νείκει N. 8.24
cf.μὲν ἀλλά P. 4.139
; P. 6.23k indicating comparison.λέγεται μὰν Ἕκτορι μὲν κλέος ἀνθῆσαι Σκαμάνδρου χεύμασιν ἀγχοῦ, βαθυκρήμνοισι δ' ἀμφ ἀκταῖς Ἑλώρου δέδορκεν παιδὶ τοῦθ Ἁγησιδάμου φέγγος ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ N. 9.39
l where μέν and δὲ clauses are irregularly balanced.Ἱέρωνος ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον δρέπων μὲν κορυφὰς ἀρετᾶν ἄπο πασᾶν, ἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.13
οἱ ὤπασε θησαυρὸν δίδυμον μαντοσύνας, τόκα μὲνφωνὰν ἀκούειν, εὖτ' ἂν δὲ Ἡρακλέης κτίσῃ, τότ αὖ χρηστήριον θέσθαι κέλευσεν O. 6.66
ὃς τύχᾳ μὲν δαίμονος, ἀνορέας δ' οὐκ ἀμπλακὼν O. 8.67
πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δὲ O. 12.11
οὐ ψεύσομ' ἀμφὶ Κορίνθῳ, Σίσυφον μὲν πυκνότατον παλάμαις ὡς θεόν, καὶ τὰν Μήδειαν. τὰ δὲ καί ποτ ἐν ἀλκᾷ ἐδόκησαν ἐπ ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος O. 13.52
—5. πρύτανι κύριε πολλᾶν μὲν εὐστεφάνων ἀγυιᾶν καὶ στρατοῦ. εἰ δέ τις (v. G. P., 374) P. 2.58διψῇ δὲ πρᾶγος ἄλλο μὲν ἄλλου, ἀεθλονικία δὲ μάλιστ' ἀοιδὰν φιλεῖ N. 3.6
—7.ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε πλαγχθέντες δ εἰς Ἐφύραν ἵκοντο N. 7.37
χαίρω δὲ πρόσφορον ἐν μὲν ἔργῳ κόμπον ἱείς, ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν N. 8.48
—9 cf. N. 9.48ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν. εἰ δέ τις N. 11.11
“λίσσομαι παῖδα θρασὺν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαι, τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” I. 6.47—9.μάτρωί θ' χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν, τιμὰ δ ἀγαθοῖσιν ἀντίκειται I. 7.25
—6. σὲ δ' ἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα, τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον σιγῷμι πάμπαν fr. 81 ad Δ. 2. πόλιν ἀμφινέμονται, πλεῖστα μὲν δῶρ' ἀθανάτοις ἀνέχοντες, ἕσπετο δ αἰενάου πλούτου νέφος fr. 119. 3.m μέν δέ combined with other particles.Iμὲν ὦν δέ. ἀρούραισιν, αἵτ ἀμειβόμεναι τόκα μὲν ὦν βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν, τόκα δ αὖτ ἀναπαυσάμεναι σθένος ἔμαρψαν N. 6.10
cf. O. 1.111II γε μὲνδέ, opposing two connected thoughts to what precedes; v. 4. infra. (Fortune, you guide ships and wars and councils).αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω ψεύδη μεταμώνια τάμνοισαι κυλίνδοντ ἐλπίδες. σύμβολον δ οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν εὗρεν θεόθεν O. 12.5
ὕπατον δ' ἔσχεν Πίσα Ἡρακλέος τεθμόν. ἁδεῖαί γε μὲν ἀμβολάδαν ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίων μιν ὀμφαὶ κώ-μασαν· γαίᾳ δὲ καυθείσᾳ πυρὶ καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν N. 10.33
n fragg. τὶν μὲν [πά]ρ μιν[ ] ἐμὶν δὲ πὰ[ρ] κείνοι[ς Πα. 1. 1. λίγεια μὲν Μοῖσ' ἀφα [ ] μνάσει δὲ καί τινα Πα. 14. 32—5.3 μέν balanced with particles other than δέ.a μέν ἀλλά lang=greek>Iτὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος, φωνᾶεν Ὀλυμπίᾳ ἄρκεσε. ἀλλὰ νῦν O. 9.1
λέγοντι μὰν χθόνα μὲν κατακλύσαι μέλαιναν ὕδατος σθένος, ἀλλὰ ἀνάπωτιν ἐξαίφνας ἄντλον ἑλεῖν O. 9.50
ποταμοὶ δ' ἁμέραισιν μὲν προχέοντι ῥόον καπνοῦ αἴθων· ἀλλ ἐν ὄρφναισιν P. 1.22
ἀσθενεῖ μὲν χρωτὶ βαίνων, ἀλλὰ μοιρίδιον ἦν P. 1.55
“ ἐντὶ μὲν θνατῶν φρένες ὠκύτεραι κέρδος αἰνῆσαι ἀλλ' ἐμὲ χρὴ καὶ σὲ” P. 4.139ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι δυσπαλὲς δὴ γίνεται P. 4.272
πολλὰ μὲν ἀρτιεπὴς γλῶσσά μοι τοξεύματ' ἔχει. ἀλλ ὅμως καύχαμα κατάβρεχε σιγᾷ I. 5.46
—52, cf. fr. 106.II μέν ἀλλά δέ δέ, in enumeration.παρὰ μὲν ὑψιμέδοντι Παρνασσῷ τέσσαρας ἐξ ἀέθλων νίκας ἐκόμιξαν, ἀλλὰ Κορινθίων ὑπὸ φωτῶν ἐν ἐσλοῦ Πέλοπος πτυχαῖς ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν ἤδη, ἑπτὰ δ' ἐν Νεμέᾳ, τὰ δ οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ, Διὸς ἀγῶνι N. 2.19
—24.b μέν τε.Iχαίταισι μέν ζευχθέντες ἔπι στέφανοι πράσσοντί με τοῦτο χρέος, ἅ τε Πίσα O. 3.6
ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα, πρῶτον μὲν κελαδῆσαι, γνῶναί τ' ἔπειτ O. 6.88
ἁδυμελεῖ θαμὰ μὲν φόρμιγγι παμφώνοισί τ' ἐν ἔντεσιν αὐλῶν O. 7.12
βλάστε μὲν ἐξ ἁλὸς ὑγρᾶς νᾶσος, ἔχει τέ μιν ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατήρ O. 7.69
τίμα μὲν δίδοι τε O. 7.88
παρέσταν μὲν ἄρα Μοῖραι σχεδὸν ὅ τ' ἐξελέγχων χρόνος O. 10.52
αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μέν ὅτι, ὅτι τε P. 2.31
ὁ θεῖος ἀνὴρ πρίατο μὲν θανάτοιο κομιδὰν πατρός, ἐδόκησέν τε P. 6.39
ὀφείλει δ' ἔτι θαμὰ μὲν Ἰσθμιάδων δρέπεσθαι κάλλιστον ἄωτον ἐν Πυθίοισί τε νικᾶν Τιμονόου παῖδ N. 2.9
ἦ μὰν ἀνόμοιά γεδᾴοισι ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30
—1. τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ Δ.. 3. γόνον ὑπάτων μὲν πατέρων μελπόμενοι γυναικῶν τε Καδμειᾶν fr. 75. 11.II μέν τε — ( και/τε.), in enumeration.μιν αἰνέω μάλα μὲν τροφαῖς ἑτοῖμον ἵππων χαίροντά τε καὶ πρὸς ἡσυχίαν τετραμμένον O. 4.14
—6.εἰ δ' εἴη μὲν Ὀλυμπιονίκας βωμῷ τε ταμίας συνοικιστήρ τε, τίνα κεν φύγοι ὕμνον O. 6.4
κτεῖνε μὲν κλέψεν τε ἔν τ P. 4.249
—51.III irregularly coordinated.ἀλλ' ἐγὼ Ἡροδότῳ τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας, ἁνία τ ἀλλοτρίαις οὐ χερσὶ νωμάσαντ ἐθέλω ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ I. 1.14
αἰδοῖος μὲν ἧν ἀστοῖς ὁμιλεῖν, ἱπποτροφίας τε νομίζων ἐν Πανελλάνων νόμῳ. καὶ θεῶν δαῖτας προσέπτυκτο πάσας I. 2.37
ἐμὲ δὲ πρέπει παρθενήια μὲν φρονεῖν γλώσσᾳ τε λέγεσθαι *parq. 2. 34.d uncertain exx. ἀείδει μὲν ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν ποταμόν τε ὤανον ἐγχωρίαν τε λίμναν καὶ σεμνοὺς ὀχετούς, Ἵππαρις οἶσιν ἄρδει στρατόν, κολλᾷ τε σταδίων θαλάμων ταχέως ὑψίγυιον ἄλσος ( κολλᾷ τε cum ἄρδει, Σ; cum ἀείδει μὲν Hermann) O. 5.10—2. [ μὲν — (coni. Hartung: μιν codd.: ὔμμιν de Jongh) τε (v. l. δέ) O. 11.17—9.] [κρέσσονα μὲν. θάρσος τε — (codd.: δὲ Schneidewin),ἀγωνίας δ P. 5.109
—13.] [ θάνεν μὲν μάντιν τ ( θάνεν μὲν cum ὁ δ' ἄρα v. 34, edd. vulg.) P. 11.31—33.] [τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι Ὀλυμπίᾳ ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις, Πυθοῖ τε ἤλεγξαν Ἑλλανίδα στρατιὰν ὠκύτατι ( Ὀλυμπίᾳ τ codd., edd.: τ del. Pauw: Ὀλυμπίαθ Maas) P. 11.46] [ μὲν (codd.: ἔμμεν Turyn) N. 7.86] [ μὲν τε (v. l. δ.) Θρ. 7. 1—5.]cμὲν γε μάν. νῦν δ' ἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104
d μὲν αὖτε. ( θεός)ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων, τότ' αὖθ ἑτέροις ἔδωκεν μέγα κῦδος P. 2.89
, cf. I. 6.3—7.eμέν ἀτάρ. οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων αὐτὸς P. 4.168
Ἀπόλλωνι μὲν θ[εῶν] ἀτὰρ ἀνδρῶν Ἐχεκ[ρά]τει ?fr. 333a. 4.f μέν καί καί. cf. 1. b supra. πρῶτον μὲν Ἀλκμήνας σὺν υἱῷ Τρώιον ἂμ πεδίον, καὶ μετὰ ζωστῆρας Ἀμαζόνος ἦλθεν καὶ εἷλε Μήδειαν fr. 172. 3—6.4 γε μέν, yet cf. 2. m. β supra. “ νῦν γε μὲν” (byz.: μάν codd.) P. 4.50 τίν γε μέν (cf. G. P., 387) N. 3.83 -
10 πατήρ
1 fatherυἱὲ Ταντάλου, ὁπότ' ἐκάλεσε πατὴρ O. 1.37
Πισάτα παρὰ πατρὸς Oinomaos O. 1.70 πατρὶ βωμῶν ἁγισθέντων Zeus O. 3.19ὃν πατέρ' Ἄκρων ἐκάρυξε καὶ τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8
Φοίβου γὰρ αὐτὸν φᾶ γεγάκειν πατρός O. 6.50
εὖτ' ἂν Ἡρακλέης πατρὶ ἑορτάν τε κτίσῃ Zeus O. 6.68ἄνδρα πατέρα τε Δαμάγητον O. 7.17
πατρὶ δὲ πατρὸς ἐνέπνευσεν μένος O. 8.70
ἀλλ' ὥτε παῖς ἐξ ἀλόχου πατρὶ ποθεινὸς O. 10.86
πατρὸς δὲ Θεσσαλοἶ O. 13.35
Πτοιοδώρῳ σὺν πατρὶ O. 13.41
καὶ τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53
τοῖσι μὲν ἐξεύχετ' ἐν ἄστει Πειράνας σφετέρου πατρὸς ἀρχὰν καὶ βαθὺν κλᾶρον ἔμμεν O. 13.61
“ Δαμαίῳ πατρὶ δεῖξον” Poseidon, reputed father of Bellerophon O. 13.69 ἔλθ, Ἀχοῖ, πατρὶ κλυτὰν φέροισ' ἀγγελίαν Kleodamos O. 14.21χάρμα δ' οὐκ ἀλλότριον νικαφορία πατέρος P. 1.59
ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω, τὰ δ' ὕπερθε πατρός Kentauros P. 2.48κρύβδαν πατρός P. 3.13
ἤ τινα Λατοίδα κεκλημένον ἢ πατέρος P. 3.67
“ πατρὸς ἐμοῦ” Aison P. 4.106 ὀφθαλμοὶ πατρός Aison P. 4.120πατὴρ Βορέας P. 4.182
πατέρ' Οὐρανιδᾶν Ζῆνα P. 4.194
πατρὶ τεῷ, Θρασύβουλε Xenokrates P. 6.15 ( Ἀντίλοχος) ὃς ὑπερέφθιτο πατρός Nestor P. 6.30πρίατο μὲν θανάτοιο κομιδὰν πατρός P. 6.39
“ φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμα” P. 8.45 πατὴρ δὲ θυγατρὶ φυτεύων κλεινότερον γάμον Antaios P. 9.111τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς P. 10.12
Ὀρέστα· τὸν δὴ φονευομένου πατρὸς Ἀρσινόα Κλυταιμήστρας χειρῶν ὕπο κρατερᾶν ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε Agamemnon P. 11.17ἢ πατρὶ Πυθονίκῳ τό γέ νυν ἢ Θρασυδᾴῳ P. 11.43
εἰ δ' ἔτι ζαμενεῖ Τιμόκριτος ἁλίῳ σὸς πατὴρ ἐθάλπετο N. 4.14
πατρὶ Σωγένης ἀταλὸν ἀμφέπων θυμὸν N. 7.91
Δείνιος δισσῶν σταδίων καὶ πατρὸς Μέγα Νεμεαῖον ἄγαλμα N. 8.16
πατρὶ δ' Ἀδράστοιο Λυγκεῖ τε Talaos N. 10.12ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν N. 11.11
τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34
Αἴαντος Τελαμωνιάδα καὶ πατρός I. 6.27
πατρὸς ἀγλαὸν Τελεσάρχου παρὰ πρόθυρον I. 8.2
πατρὸς οὕνεκα δίδυμαι γένοντο θύγατρες Ἀσωπίδων ὁπλόταται Asopos I. 8.17 πεπρωμένον ἦν φέρτερον πατέρος ἄνακτα γόνον τεκεῖν ποντίαν θεόν (Ahlwardt: γόν. ἄν. πατρὸς codd.: φέρτερόν γε γόνον Bury) I. 8.32 ]ν ἀπὸ καὶ πατρός Πα. 7C. 9. ]υσε πατέρα Γοργόν[ων Phorkos Δ. 1.. μ]έμηλεν πατρὸς νόῳ Δ. 4. 35. pl. pro s., γόνον ὑπάτων μὲν πατέρων μελπόμενοι γυναικῶν τε Καδμειᾶν i. e. Dionysos, son of Zeus and Semele fr. 75. 11.2 ancestor εὐωνύμων τε πατέρωνἄωτον O. 2.7
σάφα δαεὶς ἅ τε οἱ πατέρων ὀρθαὶ φρένες ἐξ ἀγαθῶν ἔχρεον O. 7.91
“ λευκίππων δὲ δόμους πατέρων φράσσατέ μοι” P. 4.117φῶτες Αἰγείδαι, ἐμοὶ πατέρες P. 5.76
πατρὸς δ' ἀμφοτέραις ἐξ ἑνὸς ἀριστομάχου γένος Ἡρακλέος βασιλεύει P. 10.2
]Φόρκοιο, σύγγονον πατέρων Δ. 1. 17, cf. O. 13.61, 69.3 met.a guardian βασιλεύς, οὐ φθονέων ἀγαθοῖς, ξείνοις δὲ θαυμαστὸς πατήρ Hieron P. 3.71 ζαθέων ἱερῶν πάτερ, κτίστορ Αἴτνας fr. 105. 3.bφορμιγκτὰς ἀοιδᾶν πατήρ, Ὀρφεύς P. 4.176
4 epith. of various deities.a Zeus.πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον O. 1.57
Ζεὺς πατήρ O. 2.27
σὺν βαρυγδούπῳ πατρὶ O. 6.81
πατέρος Ἀθαναία κορυφὰν κατ' ἄκραν ἀνορούσαισ O. 7.36
πατρί τε θυμὸν ἰάναιεν κόρᾳ τ O. 7.43
ἀλλ' ὦ Ζεῦ πάτερ O. 7.87
πατρὶ μεγίστῳ O. 10.45
Ζεῦ πάτερ O. 13.26
αἰέναον σέβοντι πατρὸς Ὀλυμπίοιο τιμάν O. 14.12
Ζεὺς πατὴρ P. 3.98
“ Κρονίων Ζεὺς πατὴρ” P. 4.23πὰρ βωμὸν πατέρος Ἑλλανίου στάντες N. 5.10
ξεινίου πατρὸς χόλον δείσαις N. 5.33
Ζεῦ πάτερ N. 8.35
, N. 9.31, N. 9.53, N. 10.29παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ N. 10.55
“ πάτερ Κρονίων” Polydeukes speaks N. 10.76 “ ὦ Ζεῦ πάτερ” Herakles speaks I. 6.42βαρυσφαράγῳ πατρὶ I. 8.22
Μοῖσαι, κελαινεφεῖ σὺν πατρὶ Pae. 6.56
πατὴρ δὲ Κρονίων Pae. 15.5
Δωδωναῖε μεγασθενὲς ἀριστότεχνα πάτερ fr. 57. 2. ] πάτερ fr. 59. 2. Ζεὺς πατὴρ fr. 93. ἕσσατο ἄνακτι βωμὸν πατρί τε Κρονίῳ (sc. Ἡρακλέης) fr. 140a. 64 (38). δεξιὰν κατὰ χεῖρα πατρὸς (sc. ἡμένα Ἀθάνα) fr. 146. 2.b Apollo.ἀκερσεκόμα πάτερ Pae. 9.45
c Helios.ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατήρ O. 7.70
d Time.Χρόνος ὁ πάντων πατήρ O. 2.17
e Kronos.πατὴρ μέγας πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.76
5 fragg. ]πατὴρ δεπ[ Pae. 10.9
]ἐν δασκίοισιν πατήρ fr. 177e. ] πατρὸς ἑοῖο[ ?fr. 335. ] πατρὸς εχ[ P. Oxy. 1792, fr. 34. -
11 πρίαμαι
1 buy met., c. acc. & gen., at the cost ofὁ θεῖος ἀνὴρ πρίατο μὲν θανάτοιο κομιδὰν πατρός P. 6.39
-
12 δοτήρ
A giver, dispenser,ταμίαι.. σίτοιο δοτῆρες Il.19.44
;ὀϊστοὶ θανάτοιο δ. Hes.Sc. 131
; esp. of the gods,δ. εὐθηλέος ἥβης h.Hom.8.9
;μαντευμάτων Pi.Pae.7.1
;πυρὸς βροτοῖς δοτῆρα A.Pr. 612
.—Poet. form used by X.Cyr.8.1.9, and in later Prose,θεὸς δ. παντὸς ἀγαθοῦ D.H.2.62
, cf. J.AJ1.18.6, Iamb.Myst.3.31. -
13 δυερός
-
14 θάνατος
A death, whether natural or violent, Hom., etc.; τῶν ὑπαλευάμενος θάνατον the death threatened by them, Od.15.275;ὣς θάνον οἰκτίστῳ θανάτῳ 11.412
; θάνατόνδε to death, Il.16.693, 22.297; θανάτου τέλος, μοῖρα, A.Th. 906 (lyr.), Pers. 917 (anap.), etc.; θανάτου πέρι καὶ ζωᾶς for life and death, Pi.N.9.29;θ. ἢ βίον φέρει S. Aj. 802
;θάνατος μὲν τάδ' ἀκούειν Id.OC 529
;θανάτῳ ἴσον πάθος Id.Aj. 215
;ἐν ἀγχόναις θάνατον λαβεῖν E.Hel. 201
; πόλεώς ἐστι θ., ἀνάστατον γενέσθαι it is its death, Lycurg.61; γῆρας ζῶν θ. Secund.Sent.12; θάνατον ἀποθνῄσκειν, τελευτᾶν, Plu.Crass.25, D.H.4.76.2 in Law, death-penalty, θάνατον καταγνῶναί τινος to pass sentence of death on one, Th.3.81; θανάτου δίκῃ κρίνεσθαι ib.57;θανάτου κρίνειν X.Cyr.1.2.14
, Plb.6.14.6;περὶ θανάτου διώκειν X.HG7.3.6
; πρὸς τοὺς ἐχθροὺς.. ἀγωνίσασθαι περὶ θ. D.4.47; θ. τῆς ζημίας ἐπικειμένης the penalty is death, Isoc.8.50; ellipt., παιδίον κεκος μημένον τὴν ἐπὶ θανάτῳ (sc. στολήν) Hdt.1.109;τὴν ἐπὶ θ. προσαγαγεῖν τινα Luc.Alex.44
; but δῆσαί τινα τὴν ἐπὶ θανάτῳ (sc. δέσιν) Hdt.3.119; τὴν ἐπὶ θανάτῳ ἔξοδον ποιεῖσθαι to go to execution, Id.7.223;ἐπὶ θάνατον ἄγεσθαι Id.3.14
; τοῖς Ἀθηναίοις ἐπιτρέψαι περὶ σφῶν αὐτῶν πλὴν θανάτου for any penalty short of death, Th.4.54; ; εἰργόμενον θανάτου καὶ τοῦ ἀνάπηρον ποιῆσαι short of death or maiming, Aeschin.1.183.3 pl., θάνατοι kinds of death, Od.12.341; the deaths of several persons, S.OT 1200, E.Heracl. 628 (both lyr.); poet., of one person, A.Ch.53, S.OT 496, El. 206 (all lyr.);οὐχ ἑνός, οὐδὲ δυοῖν ἄξια θανάτοιν Pl.Lg. 908e
;πολλῶν θ., οὐχ ἑνὸς ἄξιος D.21.21
, cf.19.16, Ar.Pl. 483, D.H.4.24;δεύτερος θ.
*apoc.2.11
, cf. Plu.2.942f; esp. of violent death,θ. αὐθένται A.Ag. 1572
(lyr.), cf. Th. 879 (lyr.);εἰς θανάτους ἰέναι Pl.R. 399b
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > θάνατος
-
15 καταλαμβάνω
A (in pass.sense, A.D.Synt. 48.9), [dialect] Ion.- λάμψομαι Hdt.6.39
, [dialect] Aeol. - λᾱμψομαι dub. in Alc.Supp. 5.9 (v. λαμβάνω): [tense] pf. , etc. ( (Carpathos, iv B. C.)),- λελάβηκα Pherecyd.Syr.
ap. D.L.1.122, Hdt.3.42 (v.l. -λελαβήκεε):—[voice] Pass., [dialect] Ion. [tense] aor.- ελάμφθην Id.5.21
; (Zelea, iv B. C.): [tense] pf. in med. sense, D.S.17.85:—seize, lay hold of, c. acc.,τοῦ κατὰ νῶτα λαβών Od.9.433
, cf. Ar.Lys. 624, etc.;κατέλαβε τὴν ἀκρόπολιν Th.1.126
, cf. Hdt.5.71, Ar.Lys. 263(lyr., tm.), Isoc.4.153, etc. (metaph., τὴν τοῦ νέου τῆς ψυχῆς ἀκρόπολιν κ. Pl.R. 560b); πάντα φυλακαῖς κ. Plu.Per.33;κ. ἕδρας Ar.Ec.21
, 86; φάσκων Ποσειδῶ πρότερον Ἀθηνᾶς καταλαβεῖν αὐτήν (sc. τὴν πόλιν) Isoc.12.193; later, simply, arrive at a place, POxy. 1829 (vi A. D.), etc.:—[voice] Med., seize for oneself,τὰ πρήγματα Hdt.6.39
; τὰ ἄλλοι οὐ κατελάβοντο matters which others had not preoccupied, ib.55: freq. in Plb.,κ. λόφον 1.19.5
, al.:—[voice] Pass., of a person, ὑπὸ τοῦ θεοῦ καταληφθείς possessed, Plot. 5.8.11.2 of death, fatigue, disaster, etc.,τὸν δὲ κατ' ὄσσε ἔλλαβε.. θάνατος Il.5.82
;Ἄργον.. κατὰ μοῖρ' ἔλαβεν.. θανάτοιο Od.17.326
: c. dupl. acc., ;Δίκη καταλήψεται ψευδῶν τέκτονας Heraclit.28
; befall, overtake,συμφορὰ κ. πόλεις E.Hipp. 1161
: freq.in Hdt., ; πένθεα μεγάλα τοὺς Αἰγυπτίους κ. ibid., cf. 3.42; ὅσα φεύγοντας ἐκ τῆς πατρίδος κακὰ ἐπίδοξα καταλαμβάνειν may be expected to befall them, 4.11; : folld. by inf.,νοῦσός τινα κ. νοσῆσαι 3.149
, cf. 3.75; πρίν τι ἀνήκεστον ἡμᾶς κ. Th.4.20;κίνδυνος κ. τινά D.18.99
; rarely of good fortune,τοῦτον κατέλαβε εὐτυχίη τις Hdt.3.139
.3 seize with the mind, comprehend, Pl.Ax. 370a, Chrysipp.Stoic.2.39, Plb.8.2.6, Ev.Jo.1.5 (perh. overcome); κάλλος διὰ τῆς [ ὄψεως] Pl.Phdr. 250d;ἐκ τοῦ φάσματος ὅτι.. D.H.5.46
, cf. Arr.Epict.1.5.6:—so in [voice] Med., D.H.2.66, S.E.M.7.288;ὅτι.. Act.Ap.4.13
;τί τὸ πλάτος Ep.Eph.3.18
:— [voice] Pass., Phld.Sign.22, Mus.p.62K., Numen. ap. Eus.PE14.8.II catch, overtake, come up with,τοὺς φεύγοντας Hdt.1.63
, cf. 2.30, etc.:—[voice] Pass., Id.7.211, Plb.1.47.8.2 find on arrival, c. part.,τινὰ ζῶντα Hdt.3.10
;τὰ πλεῖστα.. προειργασμένα Th.8.65
;πάντα ἔξω Id.2.18
;ἀνεῳγμένην τὴν θύραν Pl. Smp. 174d
;τοὺς ἄρχοντας ἐξιόντας D.21.85
;τινὰ ἔνδον Pl.Prt. 311a
;τῶν φορτίων πολλὴν ἀπρασίαν D.34.8
;τι ὑπάρχον Arist.Top. 131a29
; detect,ἐπ' αὐτοφώρῳ ἐμαυτόν Pl.Ap. 22b
:—[voice] Pass., , cf. Ev.Jo.8.3, etc.;κατείληπτο σοφιζόμενος D.21.164
; to be taken by surprise, Plu.Publ.20.III impers., καταλαμβάνει τινά c. inf., it happens to one, it is one's fortune to..,καταλαμβάνει μιν φεύγειν Hdt.2.152
, cf. 3.118;καταλελάβηκέ με.. τοῦτο.. ἐκφῆναι Id.3.65
, cf. 4.105, 6.38.IV abs., πρὸς τὴν καταλαβοῦσαν συμφορήν that had befallen, Id.4.161; τὰ καταλαβόντα, = τὰ συμβάντα, what had happened, the circumstances, Id.9.49;ἢν πόλεμος καταλάβῃ Th.2.54
, cf. 18;εἰ -λαμβάνοι ἀναχώρησις Id.4.31
; τῆς νυκτὸς -λαμβανούσης as night was coming on, D.S.20.86;Χειμῶνος ἤδη -λαμβάνοντος Hdn.7.2.9
.V hold down, cover,τῇ Χειρὶ τὸν ὀφθαλμόν Pl.Tht. 165b
;τὰς Χεῖρας Plu.Sert.26
; fasten down,κ. πῶμα γόμφοις Id.2.356c
, cf. Gal.13.358 (so in [voice] Med., D.S.3.37):—[voice] Pass., to be compressed, opp. διαλύεσθαι, Arist.Pr. 870b11;τὰς φλέβας -λαμβανόμενοι Id.Somn.Vig. 455b7
.2 keep under, repress, check,κ. τινῶν αὐξανομένην τὴν δύναμιν Hdt.1.46
; κ. τὸ πῦρ get it under, ib.87;ἴσχε καὶ κ. σεωυτόν Id.3.36
; κ. τὰς διαφοράς put an end to them, Id.7.9.β; κ. ἐρίζοντας stop their quarrelling, Id.3.128: folld. by inf.,κ. τοὺς Αἰγυπτίους ταῦτα μὴ ποιέειν Id.2.162
; ὁ τῶν Περσέων θάνατος καταλαμφθεὶς ἐσιγήθη inquiries about their death being checked.., Id.5.21.b κ. τὸ πνεῦμα hold the breath, Gal.6.176, al.3 bind,κ. πίστι καὶ ὁρκίοισι Hdt.9.106
;ὅρκοις Th.4.86
, etc.:—[voice] Pass.,εἴ τινι -λέλαμμαι ὅρκῳ SIG360.41
([place name] Chersonesus); νόμοις, ἔθεσι κατειλημμένα enforced, Arist.Pol. 1324b22; ; [ τὰς σπονδὰς] ηὗρε κατειλημμένας he found the treaty concluded, Th.5.21 codd.4 compel, constrain one to do, c. inf., ἀναγκαίη μιν κ. φαίνειν forces him to bring out the truth, Hdt.3.75:—[voice] Pass., ἀναγκαίῃ καταλαμβανόμενος being constrained, Id.2.65, cf. Th.7.57.5 convict, condemn, Antipho 2.4.11; opp. ἀπολύειν, Id.4.4.9;ἐὰν καταληφθεὶς ἀποθάνω Id.2.2.9
, cf. IG12(2).526A20 (Eresus, iv B. C.); of the prosecutor, secure a conviction, Rev.Phil.1928.192 (Erythrae, v B. C.); (Teos, ii B. C.), etc.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καταλαμβάνω
-
16 κιχάνω
Aκιχάνετε Il.23.407
; inf.κιχάνειν Mosch.2.112
: [tense] impf.ἐκίχᾱνον Il.3.383
: [tense] aor. [ per.] 3sg.ἔκιχεν Od.3.169
,κίχεν Il.24.160
; [ per.] 3pl.κίχον 18.153
; subj. [ per.] 3sg.κίχῃσι Od.12.122
; part.κιχών 15.157
: also non-thematic [tense] aor. ἐκίχην [ῐ], [ per.] 2sg. ἐκίχεις, like ἐτίθεις from τίθημι, 24.284; [ per.] 1pl. κίχημεν or ἐκ- 16.379; [ per.] 3 dualκιχήτην Il.10.376
; subj.κιχείω, κιχείομεν, 1.26, 21.128; opt.κιχείην 2.188
; inf.κιχῆναι Od.16.357
,κιχήμεναι Il.15.274
; part.κιχείς 16.342
:—after Hom. [full] κιγχάνω [pron. full] [ᾰ] (cf. Eust.1525.16, Hsch., Phot.), first Sol. ap. Phot., A.Ch. 622, S. OC 1450 (both lyr.); misspelt , Hel. 597: [tense] fut. inf.κιχησέμεν A.R.4.1482
: [tense] aor. (lyr.),κίχον Pi.P.9.26
, al.; subj. , E.Supp. 1069, Alc.22; inf.κιχεῖν B.1.67
: [tense] aor. 1ἐκίχησα Id.5.148
, Opp.H.5.116, Musae.149:—[voice] Med. (in act. sense),κιχάνομαι Il.11.441
, Od.9.266: [tense] fut.κιχήσομαι Il.10.370
, S.OC 1487: [tense] aor. 1κιχήσατο Il.10.494
, Od.6.51: [tense] aor. 2 part.κιχήμενος Il.5.187
, 11.451:—poet. Verb (perh. used in the laws of Solon), reach, hit, or lightupon, meetwith,μή σε.. παρὰνηυσὶ κιχείω Il.1.26
, cf. Od.13.228; Ἄδμητον ἐν δόμοισιν ἆρα κ.; E.Alc. 477; reach, overtake,ὅν κε.. ποσσὶ κιχείω Il.6.228
; κιχήσεσθαι δέ σ' ὀΐω ib. 341, cf. 21.605, Pi.P.2.50, B. 5.148, etc.;τὰ φεύγοντα Id.1.67
;ἵππους δ' Ἀτρεΐδαο κιχάνετε Il.23.407
; σὲ δουρὶ κιχήσομαι shall reach thee, 10.370; εἰς ὅ κεν ἄστυ κιχείομεν till we reach it, 21.128; ἧός κε τέλος πολέμοιο κιχείω arrive at it, 3.291: sts. of things, βέλος ὠκὺ κιχήμενον the dart that had just reached him, 5.187; . -
17 κομιδή
A attendance, care, Hom., etc.; in Il., of care bestowed on horses, 8.186, 23.411; in Od., of care bestowed on men, 8.453, 14.124; also, care bestowed on a garden, , cf. 245: hence dat. κομιδῇ used as Adv. (q.v.).2 provision, supplies,ἐπεὶ οὐ κ. κατὰ νῆα ἦεν ἐπηετανός 8.232
.II carriage, conveyance, esp. of supplies and provisions,τῶν ἐπιτηδείων τὴν περὶ τὴν Πελοπόννησον κ. Th.4.27
;ὅθεν ῥᾴδιαι αἱ κ. ὧν προσέδει Id.6.21
, cf. Isoc.11.14, etc.;λίθων IG42(1).103.75
(Epid.); gathering in of harvest, τοῦ καρποῦ, καρπῶν κ., X.Cyr.5.4.25, Arist. Pol. 1335a21;σίτου κ. Plb.5.95.5
.b Medic., removal, extraction,ὀδόντων Sor.2.62
(pl.); ἡ διὰ τομῆς κ. (sc. of stone in bladder) Gal. 1.391.2 (from [voice] Med.) carrying away for oneself, rescue, recovery,κατὰ Ἑλένης κομιδήν Hdt.9.73
; esp. recovery of a debt, D.38.9, Arist. EN 1167b31, Oec. 1349a7;μὴ ἔστω αὐτῷ κ. PHal.1.259
(iii B.C.).3 (from [voice] Pass.) going or coming, ποιεύμενοι ταύτῃ τὴν κ. endeavouring to pass this way, Hdt.6.95; escape, safe return,κομιδῆς πέρι.. αὐτῷ μελήσειν ὥστε ἀσινέας ἀπικέσθαι ἐς τὴν Ἑλλάδα Id.8.19
; οὔτε τις κ. τὸ ὀπίσω φανήσεται ib. 108, cf. 4.134, al.;μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ πρίατο μὲν θανάτοιο κομιδὰν πατρός Pi.P.6.39
, cf. A.R.3.1140, 4.1275. -
18 μεταίχμιος
A between two armies,φόνοι Lyc.1435
; debatable, of territory, J.BJ5.1.4:—but usu. Subst. [full] μεταίχμιον, τό, space between two armies, Hdt.6.77, 112;ἐς μέσον μ. E.Ph. 1361
: pl., ib. 1279;ἐν μεταιχμίοις δορός Id.Heracl. 803
; disputed frontier, debatable land, Sol. ap.Arist.Ath.12.5, Hdt.8.140.β: metaph., ἐν μεταιχμίῳ σκότου in the border-land between light and darkness, A.Ch.63 (lyr.): generally, interspace, Arist.PA 676a2; of Time, οὐδὲν ἔχειν μ. ἀνδρῶν no interval of manhood, Luc.Am.21;τὸ μ. Ἀφροδίτης καὶ Ἡλίου Nicom. Harm.3
.2 what is mid-way between, c. gen., ; πεδαίχμιοι λαμπάδες hanging in mid-air, Id.Ch. 589 (lyr.): neut. as Adv.,ζωῆς καὶ θανάτοιο μ. AP9.597
([place name] Cometas).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μεταίχμιος
-
19 μοῖρα
A part, opp. whole, τριτάτη μ. [νυκτός] Il.10.253; [ἐσθλῶν] τριτάτην.. μ. Od.4.97
;μενέτω τριτάτῃ ἐνὶ μ. Il.15.195
.2 portion of land, of a country, etc., ;μ. πατρῴας γῆς διαιρετόν S.Tr. 163
;ἡ Περσέων μ. Hdt.1.75
; [ἐς] δυώδεκα μοίρας δασάμενοιΑἴγυπτον Id.2.147
; .4 political party,τὸν δῆμον πρὸς τὴν ἑωυτοῦ μ. προσεθήκατο Hdt.5.69
;τριῶν δὲ μ. ἡ 'ν μέσῳ σῴζει πόλεις E.Supp. 244
.5 degree, in the astron. and geog. sense, Hipparch.1.7.11, Gem.1.6, Cleom.2.5, etc.: division of the zodiac, Arat.716, cf. 560 (pl.), Procl.Hyp.3.52.II lot, portion or share which falls to one, esp. in the distribution of booty,ἴση μ. Il.9.318
;μ. καὶ γέρας ἐσθλὸν ἔχων Od.11.534
; of a meal,μοίρας ἔνεμον 8.470
, cf. 14.448, etc.;μ. ἔχειν γαίης Hes.Th. 413
; (hex.); τὴν τοῦ πατρὸς μοῖραν λαγχάνειν one's inheritance, patrimony, Lexap.D.43.51, cf. AP11.382.22 (Agath.).2 generally, part, lot, οὐδ' αἰδοῦς μ. ἔχουσιν have no part in shame, Od.20.171;εὐθυμίης μείζω μ. μεθέξει Democr.258
, cf. 263;ἐν παντὶ παντὸς μ. ἔνεστι Anaxag.11
, cf. 6;μ. ἔχειν ἀχέων A.Th. 945
(lyr.);μ. Ἀφροδίτας Id.Supp. 1041
(lyr.); ἔχουσι μ. οὐκ εὐπέμπελον an office, Id.Eu. 476; τέσσαρας μ. ἔχον ἐμοί filling the place of four relations to me, Id.Ch. 238;μ. ἡδονῆς πορεῖν Id.Pr. 631
; κατὰ τὴν ἰδίαν ἑκάστου μ., pro virili parte, Lycurg.64;οὐκ ἐλαχίστην συμβάλλεσθαι μ. πρός τι Plu.2.9f
, cf. Arist.Ath.19.4III one's portion in life, lot, destiny, , etc.;μ. βροτῶν A.Eu. 105
; mostly of ill fortune, but also of good, e. g. opp. ἀμμορίη, Od.20.76;ἡ πεπρωμένη μ. Hdt.1.91
;ἐξιστορῆσαι μ. A.Th. 506
, cf. Ag. 1314, etc.; μ. (sc. ἐστι) c. inf., 'tis one's fate,οὐ γάρ τοι πρὶν μ. φίλους ἰδέειν Od.4.475
;οὐ γάρ πώ τοι μ. θανεῖν Il.7.52
, cf. 15.117: c. acc. et inf.,εἰ μ... δαμῆναι πάντας ὁμῶς 17.421
, cf. 16.434;ἔσχε μοῖρ' Ἀχιλλέα θανεῖν S.Ph. 331
;ὡς αὐτὸν ἥξοι μ. πρὸς παιδὸς θανεῖν Id.OT 713
; εἴ μοι ξυνείη φέροντι μοῖρα ib. 863 (lyr.); μ. βιότοιο one's portion or measure of life, Il.4.170 (as v. l. for πότμον) ; ὑπὲρ μοῖραν (v. μόρος) Il.20.336; ἀγαθᾷ μοίρᾳ by good luck, E. Ion 153 (lyr.); θείᾳ μοίρᾳ by divine providence, X.Mem.2.3.18;κατά τινα θείαν μ. Arist.EN 1099b10
, cf. Pl. Men. 99e, Ap. 33c; opp.παρὰ μοῖραν Δίος Alc.Supp.14.10
.2 like μόρος, man's appointed doom, i.e. death, Il.6.488, Od.11.560; in full,θάνατος καὶ μ. Il.17.672
, etc.;μ. ὀλοή.. θανάτοιο Od.2.100
;θανάτου μ. A.Pers. 917
, Ag. 1462 (both anap.); πρὸ μοίρας before the appointed time, S.Fr. 686, Isoc.11.8;ἐξέπλησε μ. τὴν ἑωυτοῦ Hdt.4.164
,3.142, cf. 1.91; τῇ σεωυτοῦ μ. περίεις ib. 121; also, the cause of death, Od. 21.24.IV that which is meet and right, in Hom. mostly in phrase κατὰ μοῖραν in order, rightly, Il.16.367;κατὰ μ. ἔειπες 1.286
, al.;ἐν μοίρῃ πάντα διίκεο 19.186
, cf. Od.22.54, Pl.Lg. 775c, 958d; opp.παρὰ μοῖραν Od.14.509
; ἔχει μ. it is meet and right, E.Hipp. 988.2 respect, esteem,οὐκ ἔστιν ὅτῳ μείζονα μ. νείμαιμ' ἤ σοι A.Pr. 294
(anap.), cf. S.Tr. 1239; ἐν οὐδεμιῇ μοίρῃ μεγάλῃ ἄγειν τινά hold one in no great respect, Hdt.2.172;ἐν μείζονι μ. εἶναι Pl.Cri. 51b
;ἀτιμοτάτῃ ἐνὶ μ. Theoc.14.49
;μεγάλην μ. καὶ τιμὴν ἔχει Pl.Cra. 398b
; ; is prob. corrupt.V c. gen. almost periphr., ἐν τῇ τοῦ ἀγαθοῦ μοίρᾳ ἐκεῖνό ἐστι is a good, of the order of the good, Pl.Phlb. 54c; ἄγειν ἢ φέρειν ἐν πολεμίου μ. as if an enemy, D.23.61; νόστοιο μ. for νόστος, Pi.P.4.196; ὡς ἐν παιδιᾶς μοίρᾳ playfully, Pl.Lg. 656b;ὡς ἐν φαρμάκου μ. Plu.2.6e
;ὥσπερ ἐν προσθήκης μ. Luc.Zeux.2
; μέτοχος εἶναι τῆς τοῦ ἀγαθοῦ μοίρας, i. e. τοῦ ἀγαθοῦ, Pl.Phlb. 60b;ἡ φιλοσόφου μ. Id.Ep. 329b
;ἡ τελειότης τἀγαθοῦ μ. τίς ἐστιν Procl.Inst.25
; θείας μ. μετέχειν, i. e. τοῦ θείου, Pl.Prt. 322a, cf. Phdr. 230a; τὸ ἐμπλήκτως ὀξὺ ἀνδρὸς μοίρᾳ προσετέθη was accounted manly, Th.3.82.B [full] Μοῖρα, as pr. n., the goddess of fate, Hom. always (exc. Il. 24.49) in sg., Il.24.209, al., cf. Orph.Fr.33, etc.: three first in Hes. Th. 905, etc.; as the goddess of death, Il.4.517, 18.119: generally of evil, 5.613; ἐγὼ δ' οὐκ αἴτιός εἰμι ἀλλὰ Ζεὺς καὶ M.καὶ ἠεροφοῖτις Ἐρινύς 19.87
: with epithets, M. κραταιή, ὀλοή, 5.629, 21.83;κακή 13.602
;δυσώνυμος 12.116
:—Trag. use sts. sg., A.Ag. 130, Ch. 910, etc.: sts. pl., Id.Pr. 516, 895, Ch. 306, etc.; of the Furies, Id.Eu. 172: later as objects of worship, SIG1044.8 (Halic., iv/iii B. C.).—In the phrasesθεοῦ μ. Od.11.292
,μ. θεῶν 3.269
, μοῖρα is Appellat., = destiny. -
20 πάναγρος
A catching all, λίνον π., of a large fishing-net, Il.5.487;δίκτυον Ath. 1.25b
: metaph.,λίνῳ θανάτοιο π. Tryph.674
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πάναγρος
См. также в других словарях:
Θανάτοιο — Θάνατος death masc gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θανάτοιο — θάνατος death masc gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Moirae — The three Moirae. Relief, grave of Alexander von der Mark by Johann Gottfried Schadow. Old National Gallery, Berlin Greek deities series … Wikipedia
Iliad — The Iliad (Greek: Ἰλιάς [iliás] (Ancient), Ιλιάδα [ili aða] (Modern)) is, together with the Odyssey , one of two ancient Greek epic poems traditionally attributed to Homer. The poem is commonly dated to the late 9th or to the 8th century BC… … Wikipedia
SIRENES — monstra marina, poetarum fabulis celebratissima. Has finxerunt antiqui Acheloi fluminis, ac Terpsichores fuisse filias. NIcander autem l. 3. Mutationum, Melpomenen Sirenum matrem fuisse scribit, alii Steropen, alli Calliopen. Haeigitur siculum… … Hofmann J. Lexicon universale
SISYPHUS — Aeoli fil. qui icum Atticam latrociniis infestaret (unde Ovid. Met. l. 13. v. 32. Quid sanguine cretus Sisyphio, furtisque et fraude simillimus illi.) a Theseo occisus est. Hunc Poetae fabulantur eô supplicii genere apud inferos plecti, ut saxum… … Hofmann J. Lexicon universale
έμπας — ἔμπας και επικ. τ. ἔμπης και δωρ. τ. ἔμπαν και ἔμπα (Α) επίρρ. 1. εν τούτοις, μ όλα ταύτα («Ζεύς δ ἔμπης πάντ ἰθύνει») 2. μολονότι, αν και («νῡν δ ἔμπης κῆρες ἐφεστᾱσιν θάνατοιο, ἴομεν») 3. πάντως, εν πάση περιπτώσει («μάλα γὰρ κεχολώσεται ἔμπης» … Dictionary of Greek
δοτήρ — και δωτήρ, ο (θηλ. δότειρα, η) (AM) ο χορηγός, αυτός που παρέχει κάτι («ὁ δοτὴρ τῆς ζωῆς», «δοτὴρ τῶν ἀγαθῶν καὶ ζωῆς χορηγός ο θεός) αρχ. α) «ταμίαι... σίτοιο δοτῆρες» οικονόμοι που μοίραζαν ψωμί β) «ὀιστοὶ θανάτοιο δοτῆρες» βέλη που έφερναν… … Dictionary of Greek
εξαναλύω — ἐξαναλύω (Α) 1. απαλλάσσω, απολύω, ελευθερώνω («ἄνδρα θνητόν... θανάτοιο δυσηχέος ἐξαναλῡσαι», Ομ. Ιλ.) 2. παθ. διαλύω κάτι στα στοιχεία που τό αποτελούν 3. παθ. φθείρομαι, καταστρέφομαι, αφανίζομαι («θρυπτόμενοι [λίθοι]... έξαναλύονται», Φίλ.) … Dictionary of Greek
θάνατος — Αρχαιοελληνική θεότητα, προσωποποίηση του θανάτου. Σύμφωνα με τον Ησίοδο ήταν γιος του Ερέβους και της Νύχτας και αδελφός του Ύπνου. Ο ίδιος αναφέρει ότι ο Θ. κατοικούσε στον Τάρταρο, είχε σιδερένια καρδιά και ήταν ανελέητος και σκληρός με τους… … Dictionary of Greek
κομιδή — (I) κομιδή, ἡ (Α) 1. φροντίδα, μέριμνα («οὐ πρασιὴ ἄνευ κομιδῆς κατὰ κῆπον», Ομ. Οδ.) 2. τα αναγκαία («οὐ κομιδὴ κατὰ νῆα ἦεν ἐπηετανός», Ομ. Οδ.) 3. τροφή 4. μεταφορά εφοδίων 5. συγκομιδή και αποθήκευση καρπών (α. «ὁρῶντες τῶν τε ἐπιτηδείων τὴν… … Dictionary of Greek